Αρχική » Περιεχόμενα » Σχόλια » Ερανική Ελλάδα…

Ερανική Ελλάδα…

Πάνε τουλάχιστον 30 χρόνια που ως μικρό παιδί κι εγώ, στο δημοτικό, αγόραζα ένα εβδομαδιαίο περιοδικό επιστημονικής φαντασίας.
Ο σεναριογράφος του περιοδικού μάς παρέπεμπε στο 2100, και στον αγώνα που έκαναν κάποιοι αστυνομικοί να αντιμετωπίσουν το κακό. Μεταξύ των άλλων λοιπόν, κι επειδή η καλοσύνη και η ευγένεια ήταν διάχυτη σε όλες τις σελίδες του εικονογραφημένου περιοδικού, το κράτος είχε αποφασίσει, κάθε εβδομάδα, να κληρώνει έναν πολίτη, στον τραπεζικό λογαριασμό του οποίου όλοι οι άλλοι συμπολίτες του, του κατέθεταν υποχρεωτικά ένα μικρό ποσό, για να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες της ζωής.
Μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση αυτό το γεγονός τότε, και γι’ αυτό το θυμάμαι μέχρι σήμερα.
Σήμερα, λοιπόν, στην Ελλάδα του 2007, αλλά και του 2006, του 2005, του 2004 και ορισμένων χρόνων πιο πριν, ζούμε κάτι ανάλογο (χωρίς το «υποχρεωτικό») το οποίο, επιτρέψτε μου να πω, με λυπεί περισσότερο από τις αιτίες που το προκαλούν.
Η πρακτική, μετά από ένα συνταρακτικό γεγονός, πλημμύρες, σεισμοί, πυρκαγιές κ.λπ., να διοργανώνονται τηλεμαραθώνιοι για να συγκεντρωθούν χρήματα, στοχεύοντας όλοι αυτοί που τα διοργανώνουν, στο συναίσθημά μας, προσωπικά μου προκαλεί θλίψη, με εξοργίζει.
Και το λέω αυτό, γιατί, με τον τρόπο αυτό, αποδεικνύουμε, κατ’ αρχήν, ότι το κράτος μας είναι ανήμπορο να ανταποκριθεί στις στοιχειώδεις υποχρεώσεις του.
Όλες αυτές οι κορώνες που εκτοξεύονται περί «πατριωτισμού» και φιλευσπλαχνίας, περισσότερα ερωτηματικά μου προκαλούν παρά με καθησυχάζουν.
Ναι, οι άνθρωποι επλήγησαν, έχασαν τις περιουσίες τους, τη ζωή και τα όνειρά τους. Έχασαν το μέλλον τους.
Και όλοι εμείς, στο μέτρο των δυνατοτήτων μας, ας προσφέρουμε ό,τι μπορούμε. Δεν μπορείς να βλέπεις το συνάνθρωπό σου, το γείτονά σου, βυθισμένο στην απόγνωση και να μη του δίνεις το χέρι σου. Να τον φιλοξενήσεις ακόμα και στο σπίτι σου αν μπορείς. Άλλο αυτό όμως, και άλλο να συγκεντρώνεις χρήματα, που αν θέλετε, δεν ξέρω και πώς θα χρησιμοποιηθούν. Δηλαδή θα τα δώσουν για να χτιστούν τα σπίτια τους, για να αγοράσουν ξανά τα ζωντανά τους, δεν ξέρω. Μπορεί να μην συμφωνείτε -και δικαίωμά σας- με αυτά που γράφω, όμως με τις πρακτικές αυτές οδηγούμαστε σε μία ερανική Ελλάδα.
Σε μια Ελλάδα, όπου οι μισοί θα πρέπει να στηρίζουν τους άλλους μισούς. Γιατί μην μου πείτε ότι δεν πρέπει να γίνουν αντίστοιχοι τηλεμαραθώνιοι για τα 2 εκατ. των Ελλήνων που ζουν κάτω από τα όρια της φτώχειας. Μην μου πείτε ότι δεν πρέπει να γίνουν τηλεμαραθώνιοι για τις οικογένειες που δεν μπορούν να πληρώσουν τα φροντιστήρια των παιδιών τους, με αυτό το άχρηστο εκπαιδευτικό σύστημα που βιώνουμε. Μην μου πείτε ότι δεν πρέπει να γίνουν τηλεμαραθώνιοι για τους συνταξιούχους, που ζουν με 300 και 400 ευρώ το μήνα, που δυσκολεύονται ακόμη και να φάνε με τις συνεχείς αυξήσεις στη ΔΕΗ, τον ΟΤΕ, το πετρέλαιο θέρμανσης, τα φάρμακα και τα ενοίκια. Δεν είναι λαϊκισμός όλα αυτά που γράφω, είναι η σκληρή πραγματικότητα που βιώνουν εκατομμύρια Ελλήνων. Αυτή είναι η Ελλάδα, κι όποιος κάνει ότι δεν καταλαβαίνει, δεν ξέρει πού πατά και πού πηγαίνει, όπως εύστοχα έχει γράψει και ο Διονύσης Σαββόπουλος.
Το κράτος, αν θέλει να λέγεται κράτος, πρέπει να έχει προβλέψει για τέτοιες καταστάσεις. Η κοινωνική πρόνοια πρέπει να είναι θέμα της ημερήσιας διάταξής του, η αρωγή προς τους πολίτες του πρέπει να είναι ζητούμενο. Να βοηθήσουμε κι εμείς, αλλά πρώτα το κράτος. Ουσιαστικά και αποτελεσματικά…
Άφησα για το τέλος τη δημοσίευση ενός μέρους της επιστολής εθελοντή δασοπυροσβέστη, που τραυματίστηκε στη φωτιά της Πεντέλης και δημοσίευσε το περιοδικό «Ε» της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας. Η μαρτυρία του Νίκου Φιλιππόπουλου τα λέει όλα:
«Θα ήθελα να ξεχάσω τα 3-4 πρόβατα που δεν προλάβαμε να βγάλουμε από το μαντρί και τα ακούγαμε να σκούζουν καθώς μας πλησίαζε η φωτιά, και εκείνο το σκυλάκι που παρέμεινε σιωπηλό και δεμένο μέχρι τη στιγμή που πανικόβλητο κατάλαβε ότι δεν υπάρχει σωτηρία. Τα αφεντικά του λείπαν διακοπές και κανείς δεν μας ενημέρωσε γι’ αυτό.
Θα ήθελα να ξεχάσω τα πουλιά που δεν προλάβανε να φύγουν από τα πεύκα καθώς γινόντουσαν παρανάλωμα του πυρός και τα είδα στον αέρα να φτερουγίζουν για λίγο και ύστερα να πέφτουν σαν φθινοπωρινά φύλλα.
Θα ήθελα να ξεχάσω τα τρομαγμένα πρόσωπα των συναδέλφων μου όταν είδαμε τις 50μετρες φλόγες να μας ζώνουν από παντού…
…Μα δεν θα ξεχάσω όλες τις κυβερνήσεις έως τώρα που επιτρέπουν σε οικοπεδοφάγους να χτίζουν, που αντιμετωπίζουν με αναλγησία τους εμπρησμούς και κοροϊδεύουν τους Εθελοντές.
Μα δεν θα ξεχάσω το κράτος που ούτε γάντια δεν μας έδωσε, πόσο μάλλον ένα ευχαριστώ, για να μην θίξει την επιτηδευμένη ανικανότητά του μπροστά στα συμφέροντα.
Μα δεν θα ξεχάσω ότι καταφέραμε 4 παιδιά με 1 όχημα να σταματήσουμε ένα μέτωπο 500 μέτρων, να σώσουμε 5 σπίτια και μερικά πρόβατα… Θα βοηθήσει να μπορέσω να κοιμηθώ όταν θα γυρίζουν οι εικόνες φρίκης στο μυαλό μου…
Η απορία μου είναι οι βίλες που θα χτίσετε θα έχουν νόημα εάν δεν υπάρχει πια πράσινο γύρω σας; Όταν ο αέρας θα μυρίζει στάχτη και θα σου καίει τους πνεύμονες; Πώς διάολο θα αναπνέετε εσείς εκεί πάνω και εμείς εδώ κάτω; Πώς περιμένω από ένα κράτος με στημένες εκλογές και προκάτ κόμματα να δημιουργήσει ένα καλύτερο μέλλον από τις στάχτες που έχουν γεμίσει τα πνευμόνια μου…
Λίγη στάχτη στα μαλλιά…
δολοφόνοι…»