Κάποτε, λέει ο θρύλος, δύο βρέθηκαν στη θάλασσα ή σε κάποιο ποτάμι και κινδύνευαν να πνιγούν.
Ο ένας προσπαθούσε να κολυμπήσει και ο άλλος φώναζε (παρακαλούσε) τη θεά Αθηνά να τον σώσει, οπότε ο πρώτος του είπε το περίφημο «Συν Αθηνά και χείρα κίνει». Δηλαδή μαζί με την Αθηνά (που παρακαλάς να σε σώσει) κούνα και τα χέρια σου. Προσπάθησε και εσύ μόνος σου να σωθείς δηλαδή.
Με φιλοσοφικές διαθέσεις, θα μου πείτε, ξύπνησα σήμερα (Λαγονήσι, 16/9/2006 ώρα 5 το πρωί – περαστικά μου).
Μην φοβάστε όμως. Δεν έχω καμιά όρεξη για κάτι τέτοιο. Σε δύο σειρές θα σας έχω προσγειώσει στα μικρά και ταπεινά του χώρου μας.
Το θέμα που αποφάσισα σήμερα να θίξω και που πολύ καιρό στριφογύριζε στο μυαλό μου, είναι αυτό που λέει ο τίτλος και «εξήγησα» παραπάνω. Δηλαδή: Καλά κάνουμε και ζητάμε από τους αρμόδιους ή τους άλλους γενικά τη λύση κάποιων προβλημάτων μας αλλά ας κάνουμε και εμείς ό,τι μπορούμε για να λύσουμε κάποια απ’ αυτά που η λύση τους εξαρτάται από εμάς ή και από εμάς.
Θα το πω σχηματικά για να γίνει κατανοητό τι εννοώ αλλά παρακαλώ μερικούς οξύθυμους να μη θυμώσουν πριν διαβάσουν και την επόμενη παράγραφο.
Οι συνάδελφοι τα βάζουν με το σωματείο και την πολιτεία γιατί δεν τους λύνουν τα προβλήματα (τι κάνει, λένε πολλοί, το σωματείο γι’ αυτό;).
Πολλά σωματεία περιμένουν τη λύση των προβλημάτων από την ομοσπονδία και η ομοσπονδία τα ρίχνει στην …πολιτεία.
Εντάξει, είπαμε ότι η αναφορά είναι σχηματική γιατί βεβαίως τα πράγματα δεν είναι έτσι μιας και τα σωματεία και η ομοσπονδία (και κυρίως αυτή) έχουν κάνει και κάνουν πολλή «δική τους» δουλειά.
Για τη μεγάλη μάζα των συναδέλφων όμως για να είμαστε ειλικρινείς, ισχύει, σε μεγάλο βαθμό, ότι τα περιμένουν από τους άλλους. (Αυτό σημαίνει η παρουσία 20 συναδέλφων στις συγκεντρώσεις της ΓΣΕΒΕΕ στην πλατεία Κάνιγγος).
Ξέρω ότι δεν ανακαλύπτω κάποιο πρόβλημα και το θέτω για προβληματισμό και συζήτηση. Και μόνο οι δικές μου αναφορές, προφορικές και γραπτές, στο θέμα αυτό είναι πολλές.
Καταλαβαίνω ότι τα λέω μπερδεμένα και θα είχε κάποιος δίκαιο αν με ρώταγε:
– Δεν μας ξακαθαρίζεις αν ο κλάδος έκανε δική του δουλειά ή τα περίμενε και τα περιμένει από τους άλλους.
Να τα ξεκαθαρίσω λοιπόν.
Ο κλάδος δεν έκανε μόνο ό,τι έπεφτε στο δικό του μερτικό. Έκανε και πολλά άλλα που ήταν χρέος της πολιτείας ή άλλων φορέων (π.χ. ΤΕΕ ή ΔΕΠΑ) και τα κάνει ακόμα.
Ας αναφέρω έτσι μερικά, για να γεμίσω και το κομμάτι, γιατί όλοι τα ξέρουμε.
– Κυνηγούσαμε 30 χρόνια την πολιτεία για να βάλει μια τάξη και στις εγκαταστάσεις και στο επάγγελμά μας, αντί να μας κυνηγάει αυτή.
– Όταν δημοσιεύτηκε το Π.Δ. 38/91 και έλεγε ότι ο υδραυλικός έπρεπε να κάνει τις εγκαταστάσεις σύμφωνα με τις ΤΟΤΕΕ (άρα έπρεπε να δούν τι λένε αυτές οι ΤΟΤΕΕ) αναγκαστήκαμε εμείς να γράψουμε ένα κατανοητό από τους συναδέλφους βιβλίο (Δημ. Κάργα – έκδοση ΟΒΥΕ) γιατί το ΤΕΕ και η πολιτεία, στους οποίους θέσαμε το θέμα, «αγρόν ηγόραζαν» και «αγοράζουν» ακόμα μιας και δεν προσαρμόζουν τις ΤΟΤΕΕ, που εξακολουθούν να ισχύουν, στα σημερινά δεδομένα.
– Το ίδιο χρειάστηκε να κάνουμε και με τα καύσιμα αέρια με το βιβλίο του Ερρίκου Σούτερ γιατί η κα Πολιτεία …μελετούσε για 5 χρόνια τον κανονισμό, ενώ είχαν αρχίσει προ πολλού να εκτελούνται εγκατατάσεις.
– Να τελειώσω με μια αναφορά στη σημερινή κατάσταση. Η τήρηση των νόμων βεβαίως είναι υποχρέωση όλων των πολιτών. Η «επίβλεψη» όμως για την εφαρμογή των νόμων είναι υπόθεση της πολιτείας και των πολλών οργάνων της. Αυτό σημαίνει ότι η κα. Πολιτεία πρέπει να μεριμνά για την εφαρμογή του Π.Δ. 38/91. Και εντάξει να δεχτούμε ότι ο εισαγγελέας και ο χωροφύλακας δεν μπορούν να ξέρουν αν ο υδραυλικός που κατασκευάζει τη βίλα στο Διόνυσο, εκεί που έκαψαν το δάσος πριν 15 χρόνια, έχει άδεια. Δεν δείχνουν όμως πολλοί και προθυμία να αντιμετωπίσουν τους παραβάτες, όταν κάνουμε εμείς (οι σύνδεσμοι κυρίως) σχετικές καταγγελίες.
Σας βλέπω πάλι έτοιμους να ρωτήσετε:
– Καλά αφού ο κλάδος έκανε και κάνει όχι μόνο τη δική του δουλειά αλλά και πολλή από τη δουλειά των άλλων, γιατί γράφεις αυτό το άρθρο;
Μπράβο. Ωραία ερώτηση για να έρθουμε και στο θέμα μας.
Γράφω το άρθρο γιατί είμαι «αχόρταγος». Ποτέ δεν ικανοποιούμαι με ό,τι έχει γίνει και γίνεται. Καλά κάνουμε και γράφουμε και χειροκροτούμε και χαιρόμαστε και καμαρώνουμε με ό,τι έχουμε κάνει, αλλά η προσοχή μας και οι προσπάθειές μας πρέπει να είναι στραμμένες σε δύο μόνιμους στόχους:
– Να αντικρούσουμε τις επιθέσεις που κάθε μέρα δεχόμαστε σε διάφορους τομείς (φορολογικό, ασφαλιστικό, υγεία, παιδεία κ.λπ.) και να πάμε ένα βήμα μπροστά.
– Να κατοχυρώσουμε και να πάμε παραμέρα τις επιτυχίες που είχαμε μέχρι τώρα.
Ο άνθρωπος ποτέ δεν πρέπει να μένει και δεν μένει σ’ αυτό που κατάφερε μέχρι τώρα. Πάντα θέλει το κάτι παραπάνω. Και αυτό το «κάτι παραπάνω» είναι που κινεί τη ζωή και την κοινωνία. Και ο κλάδος μας έχει πολλά «κάτι παραπάνω» να κάνει και βεβαίως κάνει αρκετά.
Θα κάνω όμως μία αναφορά, που αφορά ένα σοβαρό θέμα και για την οποία, εδώ που τα λέμε, έγραψα αυτό το σημείωμα.
Εδώ δίπλα έχω ένα συνάδελφο που παρά τη μεγάλη ανοικοδόμηση που γίνεται στο Λαγονήσι αυτός μόνιμα παραπονιέται ότι δεν μπορεί να σταυρώσει δουλειά γιατί «πάνε οι Αλβανοί με τα μισά λεφτά». Χωρίς άδεια βέβαια.
Σε μια ανάλογη κουβέντα πριν 3-4 χρόνια, τον ρώτησα:
– Προσφορές δίνεις;
– Βεβαίως δίνω προσφορές. Δουλειές δεν παίρνω.
– Αν σου γράψω ένα γράμμα προς τον ιδιοκτήτη που θα λέει ότι είναι υποχρεωμένος να πάρει αδειούχο υδραυλικό γιατί θα διαφορετικά θα μπλέξει κ.λπ., θα το δώσεις;
– Μπράβο ρε πρόεδρε. Ωραία ιδέα. Γράψε εσύ το γράμμα και βεβαίως θα το δίνω μπας και πάρουμε και καμία δουλειά.
Μιας και είχα και την επιβράβευση του Παναγιώτη ότι είχα μια ωραία ιδέα κάθισα και έγραψα μια επιστολή προς τον ιδιοκτήτη του έργου.
Μόνο που η επιστολή δεν ήταν του Παναγιώτη αλλά του συνδέσμου της κάθε περιοχής.
Κάθισα δηλαδή και έκανα ένα γράμμα που, υποτίθεται, ότι το έγραψε ο κάθε σύνδεσμος και θα παραδινόταν στον ιδιοκτήτη, με την προσφορά του αδειούχου (ή των αδειούχων συναδέλφων).
Εννοείται ότι το γράμμα δεν έλεγε στον ιδιοκτήτη ότι πρέπει να δώσεις τη δουλειά σε αδειούχο γιατί διαφορετικά πας φυλακή βάσει του άρθρου μόνο του ΑΝ 501/1937!
Προσπαθούσε να τον πείσει ότι για το δικό του συμφέρον έπρεπε να επιλέξει έναν αδειούχο.
Και εν πάσει περιπτώσει τον ενημέρωνε για το πώς έχουν τα πράγματα, κάτι που προσπαθούσαμε να κάνουμε, χρόνια τώρα, από τις εφημερίδες και τις τηλεοράσεις.
Την επιστολή την έδωσα στην ΟΒΥΕ για να τη στείλει σε όλους τους συνδέσμους και βέβαια στο σύνδεσμο της Αθήνας για να τη στείλει στους συναδέλφους. Πάντα βέβαια υπό την αυστηρή προϋπόθεση ότι θα συμφωνούσαν με την ενέργεια και το περιεχόμενο.
Κατά καιρούς (και μετά την αποχώρηση από την ενεργό δράση εννοείται), έχω στείλει πολλά τέτοια σημειώματα στην ΟΒΥΕ που δεν παρακολούθησα την τύχη τους. Αναφέρω μερικά που θυμάμαι.
– Το εγκόλπιο του συνδικαλιστή.
Με την καταγραφή της πολύχρονης εμπειρίας μου για το πώς πρέπει να λειτουργεί ένα όργανο (ένα Δ.Σ. π.χ.) για να είναι παραγωγικό.
– Συνάδελφε έλα κοντά μας.
Ένα τετρασέλιδο που το μισό ήταν του συνδέσμου και το άλλο μισό του συνεταιρισμού και έλεγε δύο λόγια γιατί πρέπει να έρθουν οι συνάδελφοι κοντά στους δύο φορείς. Αυτό δεν ήταν νέα ιδέα. Ένα τέτοιο τετρασέλιδο δίναμε στα φανάρια που σταματούσαμε στην αρχή της «χρυσής εποχής».
Μάλιστα ένα τέτοιο είχα κολλήσει στο τζάμι του αυτοκινήτου του Κουλουρά, προέδρου του Συνεταιρισμού τότε, αν θυμάμαι καλά, σε ένα χωριό της Μεγαλόπολης που μόλις το βρήκε μουρμούρισε:
-Ωχ. Ο Αναγνωστόπουλος πέρασε από εδώ.
– Μια άλλη επιστολή του συνδέσμου που έπρεπε να δίνεται στους συναδέλφους που καταθέτανε Υπεύθυνες Δηλώσεις.
Η επιστολή αυτή εφιστούσε την προσοχή των συναδέλφων στη σωστή κατασκευή της εγκατάστασης και σαν υποχρέωσή τους προς την κοινωνία και τους πελάτες τους, αλλά και σαν υποχρέωσή τους από το νόμο και την υπογραφή που έβαλαν.
Συμπέρασμα: Κάναμε πολλή δουλειά όλα αυτά τα χρόνια και κάνουμε και σήμερα. Πάντα όμως υπάρχουν περιθώρια για κάτι καλύτερο, για κάτι νέο. Αρκεί να βάλουμε το μυαλό μας να ψάξει και κυρίως να κάνουμε πράξη εκείνα που σκεφτόμαστε και αποφασίζουμε. Γιατί η βιομηχανία παραγωγής αποφάσεων που μένουν αποφάσεις ήταν και είναι ένας υπαρκτός κίνδυνος.
Καλημέρα σας. Η ώρα είναι 7 το πρωί της 17/9/06 και πάω για περπάτημα μιας ώρας μπας και κάνω «απόσβεση» στις μπύρες που ήπια χτες το βράδυ.