Αρχική » Περιεχόμενα » Φάκελος φυσικό αέριο » «Συμβατές με τις υποχρεώσεις τους οι ΕΠΑ»

«Συμβατές με τις υποχρεώσεις τους οι ΕΠΑ»

erga_10

erga_10Επισημαίνουν στις απαντήσεις τους προς το βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ κ. Λαφαζάνη, οι αρμόδιοι φορείς
Σε συνέχεια της ερώτησης που κατέθεσε στη Βουλή (βλέπε τεύχος 1442 «Υ») ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ κ. Παναγιώτης Λαφαζάνης για τις καθυστερήσεις στις επεκτάσεις των δικτύων φυσικού αερίου και στην ακριβή τιμή χρέωσής του στους καταναλωτές, ο υφυπουργός Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής κ. Γιάννης Μανιάτης, κατέθεσε στη Βουλή σειρά εγγράφων – απαντήσεων από τους αρμόδιους φορείς. Ήτοι, ΡΑΕ, ΔΕΠΑ και τις τρεις Εταιρίες Παροχής Αερίου.
Όπως προκύπτει από τις σχετικές απαντήσεις, οι εταιρίες αερίου δεν έχουν παρεκκλίνει από τις υποχρεώσεις τους, όπως αυτές καθορίζονται στους όρους των αδειών διανομής που τους έχουν χορηγηθεί. Οι απαντήσεις έχουν ως εξής:

ΡΑΕ: «Οι ΕΠΑ κινούνται στα πλαίσια του νόμου»

Οι εταιρίες παροχής αερίου ολοκλήρωσαν την κατασκευή των δικτύων που είχαν υποχρέωση, ενώ, τιμολογιακά κινούνται στα πλαίσια του νόμου και των διατάξεων των αδειών διανομής που τους έχουν χορηγηθεί. Επισημαίνει σε επιστολή του προς την υπουργό Περιβάλλοντος ο πρόεδρος της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) κ. Σίμος Σιμόπουλος.
Απαντώτας στα δύο πρώτα ερωτήματα του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Παναγιώτη Λαφαζάνη, ο κ. Σιμόπουλος αναφέρει σχετικά:

«1. Βάσει των διατάξεων των αδειών διανομής φυσικού αερίου που έχουν χορηγηθεί στις τρεις ΕΠΑ (Αττική, Θεσσαλονίκη και Θεσσαλία), με σχετικές υπουργικές αποφάσεις, οι εταιρίες όφειλαν μέχρι το έβδομο έτος λειτουργίας τους (2006 ΕΠΑ Θεσσαλονίκης και ΕΠΑ Θεσσαλίας, 2008 ΕΠΑ Αττικής) να έχουν ολοκληρώσει την κατασκευή ενός ελάχιστου μήκους δικτύου χαμηλής πίεσης. Συγκεκριμένα, μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2006, η ΕΠΑ Θεσσαλονίκης και η ΕΠΑ Θεσσαλίας, θα έπρεπε να είχαν κατασκευάσει δίκτυο χαμηλής πίεσης μήκους 400 χλμ και 300 χλμ. αντίστοιχα. Πράγματι, οι δύο ΕΠΑ ολοκλήρωσαν την κατασκευή δικτύου άνω των χιλιομετρικών ορίων που έχουν τεθεί από τις άδειες διανομής τους. Παρόμοια, η ΕΠΑ Αττικής, σύμφωνα με την άδεια διανομής που της έχει χορηγηθεί, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την υπ’ αριθμ. ΔΙ/Γ/1720723/28.08.2008 απόφαση του υπουργού Ανάπτυξης (ΦΕΚ Β’ 1826/10.09.2008) θα έπρεπε να είχε κατασκευάσει δικτυο χαμηλής πίεσης μήκους 1.500 χλμ. μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2008. Πράγματι η εταιρία ολοκλήρωσε την κατασκευή δικτύου άνω του μήκους που όριζε η άδεια διανομής.
2. Οι ΕΠΑ καθορίζουν τα τιμολόγια παροχής φυσικού αερίου βάσει των γενικών διατάξεων του νόμου 2364/1995 (άρθρο 4 παρ. 5) καθώς και των ειδικών όρων που θέτουν οι άδειες διανομής (άρθρο 4.2) που τους έχουν χορηγηθεί. Στο πλαίσιο αυτό, επιλέγουν τη μεθοδολογία καθορισμού των τιμολογίων παροχής φυσικού αερίου υπό την προϋπόθεση αυτά να είναι διαφανή και ανακοινώσιμα, ενώ παράλληλα, τα ετήσια έσοδα που προέρχονται από τα τιμολόγια διανομής και προμήθειας φυσικού αερίου να μην υπερβαίνουν το μέγιστο επιτρεπόμενο έσοδο, ένα προκαθορισμένο στην άδεια διανομής όριο εσόδων.
Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΠΑ Αττικής καθορίζει την τιμή του φυσικού αερίου, με βάση τις τιμές των ανταγωνιστικών καυσίμων (προσέγγιση market value), ανάλογα με τη χρήση για την οποία προορίζεται το αέριο (οικιακή, επαγγελματική, βιομηχανική). Η ΕΠΑ Αττικής φροντίζει να προσφέρει ανταγωνιστικά τιμολόγια σε σχέση με τα καύσιμα που αντικαθιστούν το φυσικό αέριο. Παρόμοια πρακτική τιμολόγησης εφαρμόζεται ή έχει εφαρμοστεί στο παρελθόν και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ιδίως σε περιπτώσεις όπου σε μια εταιρία διανομής έχει χορηγηθεί το αποκλειστικό δικαίωμα προμήθειας φυσικού αερίου σε τελικούς καταναλωτές (μονοπωλιακό δικαίωμα). Η ΕΠΑ Θεσσαλονίκης και η ΕΠΑ Θεσσαλίας ακολουθούν κοστοστρεφή τιμολογιακή πολιτική και καθορίζουν τις τιμές του φυσικού αερίου με βάση το κόστος του αερίου που προμηθεύονται από τη ΔΕΠΑ και το επιθυμητό περιθώριο διανομής (cost-plus pricing).
Σύμφωνα με τα στοιχεία που αποστέλλουν οι τρεις ΕΠΑ στη ΡΑΕ, δεν έχει παρατηρηθεί μέχρι σήμερα υπέρβαση του ορίου του μέγιστου επιτρεπόμενου εσόδου από τις εταιρίες.
Με εκτίμηση
Σίμος Ε. Σιμόπουλος»

ΔΕΠΑ: «Η Ελλάδα είναι εκ των πρώτων χωρών σε ρυθμό διείσδυσης και σε αύξηση καταναλωτών φυσικού αερίου»

Το φυσικό αέριο συμμετέχει κατά 11% περίπου στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας, επισημαίνει, στα πλαίσια της ερώτησης του κ. Λαφαζάνη ο διευθυντής ρυθμιστικών θεμάτων της ΔΕΠΑ κ. Βασίλης Καραμήτσος, υπογραμμίζοντας ότι, «συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η Ελλάδα μολονότι δεν καταναλώνει ακόμα πολύ μεγάλες ποσότητες φυσικού αερίου, είναι εκ των πρώτων χωρών σε ρυθμό διείσδυσης και σε αύξηση καταναλωτών φυσικού αερίου».
Ο κ. Καραμήτσος, αναφέρεται επίσης στο θέμα της δημιουργίας των τριών νέων ΕΠΑ και των δικτύων μέσης και χαμηλής πίεσης που κατασκευάζει η ΔΕΠΑ στις εν λόγω περιοχές, μέχρι τη σύσταση των νέων εταιριών.
Τονίζει δε, ότι οι ΕΠΑ καθορίζουν τη δική τους τιμολογιακή πολιτική για πώληση αερίου προς τους καταναλωτές. Η απάντηση του κ. Καραμήτσου έχει ως εξής:

«Η ΔΕΠΑ ΑΕ ιδρύθηκε το Σεπτέμβριο του 1988 ως ο αρμόδιος φορέας για την εισαγωγή του φυσικού αερίου στο ελληνικό ενεργειακό ισοζύγιο, με την υλοποίηση ενός μεγάλου ενεργειακού έργου.
Η ΔΕΠΑ παράλληλα με την κατασκευή του δικτύου υψηλής πίεσης, δημιούργησε και την υποδομή για την εμπορική και οικιακή χρήση του φυσικού αερίου. Στη συνέχεια (σύμφωνα με τις προβλέψεις του Ν. 2364/1995) η ΔΕΠΑ προχώρησε στη σύσταση των Εταιριών Παροχής Αερίου (ΕΠΑ) Αττικής, Θεσσαλονίκης και Θεσσαλίας. Σύμφωνα με τις άδειες διανομής που χορηγήθηκαν στις εν λόγω εταιρίες (αντίστοιχα ΦΕΚ: 1521Β/2001, 1086Β/2000 και 1087Β/2000), στις οποίες η ΔΕΠΑ συμμετέχει κατά 51% και επενδυτές κατά 49%, οι εταιρίες αυτές έχουν αναλάβει την ανάπτυξη των «δικτύων πόλης» στις γεωγραφικές περιοχές ευθύνης του. Για το ανωτέρω, σχετικά στοιχεία θα σας γνωστοποιηθούν από τις ΕΠΑ Αττικής, Θεσσαλονίκης και Θεσσαλίας.
depa_1Ειδικότερα για την ΕΠΑ Αττικής, η οποία ιδρύθηκε το 2001 με μετόχους τη θυγατρική εταιρία της ΔΕΠΑ, τότε Εταιρία Διανομής Αερίου Αττικής, σήμερα ΕΔΑ ΑΕ, και την αλλοδαπή εταιρία Attiki Denmark, κοινοπραξία τότε μεταξύ των εταιριών Shell Gas and Power BV και Cinergy και μέχρι πρόσφατα Shell Gas και Duke Energy. Η αποχώρηση της Duke Energy από την Attiki Denmark, δεν αλλοίωσε τη μετοχική σύνθεση της ΕΠΑ Αττικής, η οποία παραμένει: η ΔΕΠΑ, μέσω ΕΔΑ, 51% και Attiki Denmark 49%. Συνεπώς, ενδεχόμενη μεταβίβαση των μετοχών της Duke Energy δεν αποτελεί μεταβίβαση των μετοχών της ΕΠΑ Αττικής από τον ιδιώτη επενδυτή που είναι η Attiki Denmark, ώστε κάτω από νόμιμες προϋποθέσεις ενδεχομένως η ΔΕΠΑ να αποκτούσε ποσοστό στο μετοχικό κεφάλαιο της ΕΠΑ Αττικής. Εκείνο το οποίο ενδεχομένως να συμβεί είναι η αλλαγή της μετοχικής σύνθεσης του ιδιώτη επενδυτή, που όπως προαναφέρθηκε είναι η Attiki Denmark.
Στο ανωτέρω πλαίσιο σχεδιασμού και προκειμένου το φυσικό αέριο να καταστεί διαθέσιμο σε όσο το δυνατόν περισσότερους καταναλωτές, η ΔΕΠΑ έχει δρομολογήσει τη δημιουργία τριών νέων Εταιριών Παροχής Αερίου στις περιοχές Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, Κεντρικής Μακεδονίας και Στερεάς Ελλάδας και Εύβοιας. Στις εν λόγω περιοχές και μέχρι τη σύσταση των νέων ΕΠΑ, η ΔΕΠΑ συνεχίζει την ανάπτυξη δικτύων μέσης και χαμηλής πίεσης. Τα συνολικά μήκη αυτών των δικτύων στις ως άνω περιοχές ανέρχονται σε 135 χλμ., 130 χλμ. και 150 χλμ., αντίστοιχα.
Η διείσδυση του φυσικού αερίου εξελίσσεται σε όλους τους τομείς χρήσης του.
Σήμερα, το φυσικό αέριο συμμετέχει κατά 11% περίπου στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας. Στην οικιακή κατανάλωση, την εμπορική και βιομηχανική χρήση, αλλά κυρίως στην ηλεκτροπαραγωγή, η οποία αποτελεί τον σημαντικότερο τομέα από πλευράς κατανάλωσης, το φυσικό αέριο εισέρχεται όλο και πιο δυναμικά. Συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες, η Ελλάδα μολονότι δεν καταναλώνει ακόμα πολύ μεγάλες ποσότητες φυσικού αερίου, είναι εκ των πρώτων χωρών σε ρυθμό διείσδυσης και σε αύξηση καταναλωτών φυσικού αερίου.
Όσον αφορά το σύστημα τιμολόγησης, η ΔΕΠΑ προμηθεύεται φυσικό αέριο από Ρωσία (Gazprom) και Τουρκία (Botas) και υγροποιημένο φυσικό αέριο από την Αλγερία (Sonatrach) βάσει αντίστοιχων διακρατικών συμφωνιών και μακροχρόνιων συμβάσεων προμήθειας. Ο τρόπος υπολογισμού των τιμών με τις οποίες η ΔΕΠΑ προμηθεύεται φυσικό αέριο στα ελληνικά σύνορα από τον κάθε προμηθευτή διαφέρει και καθορίζεται στην αντίστοιχη σύμβαση προμήθειας, βασίζεται δε στο μέσο όρο μηνιαίων διεθνών τιμών αργού πετρελαίου και πετρελαϊκών προϊόντων προηγούμενου εξαμήνου, κατά διεθνή πρακτική. Επισημαίνεται ότι το κόστος προμήθειας αερίου αποτελεί τη βασικότερη συνιστώσα του συνολικού κόστους του αερίου που για το έτος 2008 ήταν σε ποσοστό της τάξης του 90% στο συνολικό κόστος. Το υγροποιημένο φυσικό αέριο αεριοποιείται στις εγκαταστάσεις της νήσου Ρεβυθούσας, με ευθύνη του Διαχειριστή του Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου (ΔΕΣΦΑ) και εισάγεται στο Εθνικό Σύστημα Μεταφοράς Φυσικού Αερίου (ΕΣΜΦΑ) της χώρας.
Το φυσικό αέριο μεταφέρεται μέσω του ΕΣΜΦΑ, με ευθύνη του ΔΕΣΦΑ, από τα σημεία εισόδου στα προκαθορισμένα σημεία εξόδου για την τροφοδοσία των υφιστάμενων πελατών. Τα τιμολόγια χρήσης εγκατάστασης ΥΦΑ και μεταφοράς αερίου στο ΕΣΜΦΑ είναι ενιαία για όλη τη χώρα και καθορίζονται στην Υ.Α. 4955/2006 (ΦΕΚ 360 Β’/27.03.2006).
Η τιμολογιακή πολιτική της ΔΕΠΑ για την πώληση αερίου στους μεγάλους πελάτες της (ηλεκτροπαραγωγή, μεγάλοι βιομηχανικοί καταναλωτές) βασίζεται στο κόστος προμήθειας, μεταφοράς και διανομής (όπου υπάρχει) του φυσικού αερίου. Αντίθετα, η τιμολογιακή πολιτική στους μικρότερους πελάτες της (βιομηχανικοί και μικρός αριθμός εμπορικών καταναλωτών) βασίζεται στην τιμή του ανταγωνιστικού καυσίμου (μαζούτ ή πετρελαίου θέρμανσης) ανεξάρτητα από την εξέλιξη του κόστους του φυσικού αερίου.
Η ΔΕΠΑ πωλεί επίσης φυσικό αέριο στις ΕΠΑ (Αττικής, Θεσσαλίας και Θεσσαλονίκης) με ενιαία τιμολογιακή πολιτική βάση των σχετικών συμβάσεων πώλησης φυσικού αερίου μεταξύ ΔΕΠΑ και ΕΠΑ. Η τιμή πώλησης φυσικού αερίου προς τις ΕΠΑ αποτελείται από το κόστος προμήθειας φυσικού αερίου στα ελληνικά σύνορα ενός ισομερούς μίγματος ρωσικού και αλγερινού αερίου και την παράμετρο ενέργειας και ισχύος της χρέωσης μεταφοράς από τα ελληνικά σύνορα στα σημεία παραλαβής αερίου από τις ΕΠΑ.
Οι ΕΠΑ καθορίζουν τη δική τους τιμολογιακή πολιτική για πώληση αερίου προς τους καταναλωτές τους, την οποία υποχρεούνται μόνον να γνωστοποιούν σε ετήσια βάση στη ΡΑΕ.
Επισημαίνεται τέλος ότι οι τρέχουσες τιμές πώλησης αερίου είναι στα επίπεδα των τιμών του έτους 2007, ενώ για το 1ο τρίμηνο του 2010 προβλέπεται ότι θα κυμανθούν σε ελαφρώς υψηλότερα επίπεδα. Σε κάθε περίπτωση όμως θα κινηθούν πολύ χαμηλότερα από τις τιμές πώλησης του έτους 2008 και του 1ου τριμήνου του 2009, σε ποσοστό της τάξης του -20%.
Με εκτίμηση
Βασίλης Καραμήτσος
Διευθυντής ρυθμιστικών θεμάτων»

ΕΠΑ ΑΤΤΙΚΗΣ: «1 στα 2 νοικοκυριά της Αττικής μπορεί να συνδεθεί με το δίκτυο φυσικού αερίου»

mpalaskas_Το συνολικό κόστος που έχει επενδύσει η ΕΠΑ Αττικής για την κατασκευή των δικτύων φυσικού αερίου από το 2002 μέχρι και το Νοέμβριο του 2009 ανέρχεται σε περίπου 260 εκατ. ευρώ, αναφέρει στην απαντητική του επιστολή προς το υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής ο γενικός διευθυντός της εταιρίας, κ. Χρήστος Μπαλάσκας. Επισημαίνει δε, ότι η έκταση του δικτύου χαμηλής πίεσης στην Αττική αριθμεί σήμερα 2.932 χιλιόμετρα σε 64 δήμους της Αττικής, με το ποσοστό κάλυψης του οδικού δικτύου να ανέρχεται σε 44%.
Βάσει της απογραφής του 2001 -συνεχίζει στην επιστολή του- 1 στα 2 νοικοκυριά της Αττικής μπορεί να συνδεθεί με το δίκτυο φυσικού αερίου.
Ο κ. Μπαλάσκας αναφέρει επίσης, ότι με βάση την τιμολογιακή πολιτική ανταγωνιστικών καυσίμων που εφαρμόζει η ΕΠΑ Αττικής το φυσικό αέριο προσφέρει 20% εξοικονόμηση σε σχέση με το πετρέλαιο θέρμανσης.
Η απάντηση του γενικού διευθυντή της ΕΠΑ Αττικής έχει ως εξής:

«Σήμερα, το δίκτυο διανομής φυσικού αερίου της Εταιρίας Παροχής Αερίου Αττικής καλύπτει περισσότερους από 60 δήμους της Αττικής πλησιάζοντας τα 3.000 χλμ. σε όλο το λεκανοπέδιο. Η ανάπτυξη του εκτενούς αυτού δικτύου σε κεντρικές και πυκνοκατοικημένες περιοχές της Αττικής, διασφαλίζοντας ταυτόχρονα τη σύνδεση του μέγιστου αριθμού των ενδιαφερομένων καταναλωτών καθιστούν ευρύτερα το έργο της ως ένας εγχείρημα συντονιστικά δύσκολο και συχνά χρονοβόρο. Επίσης, η ιδιαίτερη μορφολογία του εδάφους, τα παράλληλα έργα άλλων οργανισμών, τα αρχαιολογικά ευρήματα, το έντονο κυκλοφοριακό πρόβλημα είναι ορισμένοι ενδεικτικοί εξωγενείς παράγοντες που ανακύπτουν τακτικά και δυσχεραίνουν την υλοποίηση του κατασκευαστικού έργου.
Αντιμετωπίζοντας αποτελεσματικά κάθε πρόκληση, η ΕΠΑ Αττικής έχει διαθέσει και λειτουργεί στο λεκανοπέδιο της Αττικής συνολικά μέχρι και σήμερα 2.932 χιλιόμετρα δικτύου φυσικού αερίου, εκ των οποίων κατασκεύασε, έλεγξε και ενεργοποίησε τα 1.771 χιλιόμετρα δικτύου χαμηλής πίεσης. Επιπλέον, η ΕΠΑ Αττικής λειτουργεί 300 χιλιόμετρα δικτύου μέσης πίεσης, το οποίο αποτελεί ένα ιδιαίτερα σημαντικό και ταυτόχρονα δύσκολο και απαιτητικό έργο.
Το υφιστάμενο δίκτυο φυσικού αερίου χαμηλής πίεσης καλύπτει το 44% του συνόλου του οδικού δικτύου του δήμου Αθηναίων και των περισσότερων περιφερειακών δήμων. Επιπλέον, καλύπτει συνολικά 600.000 νοικοκυριά, σε σχέση με το 1.200.000 νοικοκυριά του λεκανοπεδίου (βάσει απογραφής ΕΣΥΕ 2001), δίνοντας τη δυνατότητα στο 50%, δηλαδή σε 1 στα 2 νοικοκυριά της Αττικής, να συνδεθεί με το δίκτυο φυσικού αερίου. Από τη δυνητική αγορά οικιακών καταναλωτών έχουν συνδεθεί μέχρι και σήμερα περισσότερα από 210.000 νοικοκυριά, 5.300 επαγγελματίες και 400 βιομηχανικοί πελάτες, επιτυγχάνοντας διείσδυση 35% στις περιοχές όπου υπάρχει δίκτυο.
Σημαντικό παράγοντα σε αυτή τη δυναμική πορεία διείσδυσης του φυσικού αερίου στην Αττική αποτελεί η τιμολογιακή πολιτική ανταγωνιστικών καυσίμων που εφαρμόζει η ΕΠΑ Αττικής. Σύμφωνα με αυτή, το φυσικό αέριο προσφέρει 20% εξοικονόμηση σε σχέση με το πετρέλαιο θέρμανσης, καθιστώντας το ως την πιο οικονομική συμβατική μορφή ενέργειας στην Αττική. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι μία μέση πολυκατοικία που καθ’ όλη τη διάρκεια του 2009 χρησιμοποιούσε φυσικό αέριο για τη θέρμανσή της εξοικονόμησε 950 ευρώ σε σχέση με τη χρήση πετρελαίου θέρμανσης, ενώ αν η υποκαθιστάμενη ενέργεια ήταν το ηλεκτρικό ρεύμα για χρήση σε μαγείρεμα ή ζεστό νερό, η αντίστοιχη εξοικονόμηση θα ξεπερνούσε σε ποσοστό το 70%.
Σύμφωνα με την τιμολογιακή πολιτική της ΕΠΑ Αττικής, το τιμολόγιο θέρμανσης φυσικού αερίου διαμορφώνεται μία φορά κάθε μήνα σε συνάρτηση με τον μέσο όρο των τιμών του πετρελαίου θέρμανσης, όπως αυτές δημοσιεύονται στο παρατηρητήριο τιμών στην ιστοσελίδα www.ypan.gr (πρώην υπουργείο Ανάπτυξης και νυν υπουργείο Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής) από δειγματοληψία που διενεργείται σε αριθμό πρατηρίων καυσίμων στην Αττική. Η τιμή του φυσικού αερίου καθορίζεται 20% χαμηλότερη από την αντίστοιχη του ενεργειακού ισοδύναμου του πετρελαίου θέρμανσης.
Παρακάτω παρατίθενται τα επιμέρους στοιχεία για την κατασκευή των δικτύων φυσικού αερίου και την κάλυψη αυτών, για το διάστημα 2002 έως το Νοέμβριο του 2009.
• Το συνολικό κόστος που έχει επενδύσει η ΕΠΑ Αττικής για την κατασκευή των δικτύων φυσικού αερίου για το χρονικό διάστημα 2002 μέχρι και τον Νοέμβριο 2009 ανέρχεται σε περίπου 260 εκατ. ευρώ και αφορά στο σύνολο των εργασιών κατασκευής δικτύων χαμηλής πίεσης, μέσης πίεσης, παροχετευτικών αγωγών και έργων ενίσχυσης.
• Η έκταση του δικτύου χαμηλής πίεσης στην Αττική αριθμεί σήμερα 2.932 χιλιόμετρα σε 64 δήμους της Αττικής, με το ποσοστό κάλυψης του οδικού δικτύου να ανέρχεται σε συνολικά 44%. Η αντίστοιχη κάλυψη ανά γεωγραφική ζώνη ανέρχεται σε 60% στις κεντρικές περιοχές της Αττικής, 52% στις βόρειες περιοχές του λεκανοπεδίου, 46% στις νότιες περιοχές του λεκανοπεδίου και 31% στις δυτικές περιοχές.
• Για το 2010, το αναπτυξιακό έργο της ΕΠΑ Αττικής περιλαμβάνει έργα κατασκευής δικτύου χαμηλής πίεσης, μέσης πίεσης και έργων ενίσχυσης τα οποία επικεντρώνονται στις κεντρικές περιοχές του λεκανοπεδίου κατά 60%, ενώ διενεργούνται σε σταθερή βάση οι εργασίες κατασκευής παροχετευτικών αγωγών για τη σύνδεση των καταναλωτών σε όλους τους δήμους της Αττικής που έχουν δίκτυο φυσικού αερίου.
Τέλος, στην παρούσα επιστολή επισυνάπτεται η άδεια διανομής φυσικού αερίου στην ΕΠΑ Αττικής σύμφωνα με την υπουργική απόφαση Δ1/18887/2001.
Με εκτίμηση
Χρήστος Μπαλάσκας
Γενικός διευθυντής»

ΕΠΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ: «Με ακρίβεια και συνέπεια έχουν τηρηθεί όλες οι υποχρεώσεις μας»

bakourasΟυδεμία ζημιά ή επιβάρυνση έχει υποστεί το ελληνικό δημόσιο από τη λειτουργία των ΕΠΑ Θεσσαλονίκης και Θεσσαλίας, επισημαίνει ο διευθυντής εμπορικών δραστηριοτήτων των δύο εταιριών κ. Λεωνίδας Μπακούρας, απαντώντας στην ερώτηση του κ. Λαφαζάνη.
Υπογραμμίζει ότι τα μερίσματα που έχουν διανεμηθεί στους μετόχους από τις δύο ΕΠΑ τα τελευταία χρόνια, ανήλθαν σε 68,4 εκατ. ευρώ. Το ποσό αυτό κατά 51% αποτελεί καθαρό κέρδος για το ελληνικό δημόσιο.
Στην επιστολή του ο κ. Μπακούρας αναφέρει ότι οι παρατηρήσεις του κ. Λαφαζάνη για καθυστερήσεις στις επεκτάσεις του δικτύου και ακριβή τιμή διάθεσης δεν αφορούν, σε καμία περίπτωση τις ΕΠΑ που εκπροσωπεί, ενώ τονίζει ότι οι επενδύσεις των εταιριών, από το 2000, έγιναν με ίδια κεφάλαια και όχι με τραπεζικό δανεισμό. Η απάντηση του κ. Μπακούρα έχει ως εξής:

«Αρχικά θα θέλαμε να τονίσουμε ότι το σύνολο των παρατηρήσεων σχετικά με τις καθυστερήσεις σε επεκτάσεις του δικτύου φυσικού αερίου, στο κόστος κατασκευής αυτού και στην «ακριβή» τιμή διάθεσης του αερίου, σε καμία περίπτωση δεν αφορούν τις ΕΠΑ Θεσσαλονίκης ΑΕ και ΕΠΑ Θεσσαλίας ΑΕ.
Από το έτος 2000, η ΕΠΑ Θεσσαλονίκης και η ΕΠΑ Θεσσαλίας τηρούν με σεβασμό τις άδειες διανομής που χορηγήθηκαν από το υπουργείο Ανάπτυξης, καθώς και τις συμβάσεις αγοράς αερίου που υπεγράφησαν με τη Δημόσια Επιχείρηση Αερίου (ΔΕΠΑ).
Έχουν τηρηθεί με ακρίβεια και συνέπεια όλες οι υποχρεώσεις που απορρέουν από τις εν λόγω άδειες. Επιπλέον, η ΕΠΑ Θεσσαλονίκης και η ΕΠΑ Θεσσαλίας εκτελούν κάθε χρόνο σημαντικά επενδυτικά έργα πέραν αυτών που προβλέπονται από την άδεια προκειμένου να δώσουν τη δυνατότητα σε ολοένα και περισσότερους πολίτες να επωφεληθούν της χρήσης φυσικού αερίου. Στο νομό Θεσσαλονίκης, η ΕΠΑ Θεσσαλονίκης καλύπτει πλέον με ενεργό δίκτυο φυσικού αερίου 21 δήμους. Ο βαθμός διείσδυσης του φυσικού αερίου έχει ξεπεράσει στις 31.12.09 το 36,5%, ενώ αναμένεται το ποσοστό αυτό το έτος 2014 να ανέλθει σε 54,1%. Η ΕΠΑ Θεσσαλίας έχει καλύψει με ενεργό δίκτυο και τους 4 νομούς της περιφέρειας Θεσσαλίας, παρέχοντας φυσικό αέριο σε 7 δήμους, με ποσοστό διείσδυσης 30, 39%. Το έτος 2014, προβλέπεται ο βαθμός διείσδυσης να ξεπεράσει το 46,94%.
Αναφορικά με το κόστος των επεκτάσεων του δικτύου, δεν μπορούμε να αντιληφθούμε την παρατήρηση για «υψηλό κόστος» όταν σήμερα, 10 χρόνια μετά την ίδρυση της ΕΠΑ Θεσσαλονίκης και ΕΠΑ Θεσσαλίας, οι επεκτάσεις του δικτύου φυσικού αερίου πραγματοποιούνται με σημαντικά χαμηλότερο κόστος από ότι κατά τα πρώτα χρόνια της ανάπτυξής τους στις περιοχές της αδείας. Αξίζει να σημειώσουμε ότι η ΕΠΑ Θεσσαλονίκης έχει αναπτύξει 820 χιλιόμετρα δικτύου πολυαιθυλενίου (239 χιλιόμετρα πέρα των συμβατικών υποχρεώσεων, ήτοι επιπλέον 59,75%) και 122 χλμ. χαλύβδινου δικτύου, ενώ αντίστοιχα η ΕΠΑ Θεσσαλίας, διαθέτει 604 χλμ. ενεργού δικτύου (168 χιλιόμετρα πέραν των συμβατικών υποχρεώσεων, ήτοι επιπλέον 56%) και 65,5 χλμ. χαλύβδινου δικτύου. Το σύνολο των επενδύσεων αυτών των ετών ανήλθε σε 126,3 εκ. ευρώ για την ΕΠΑ Θεσσαλονίκης και 63,6 εκ. ευρώ για την ΕΠΑ Θεσσαλίας. Πρέπει να επισημανθεί ότι οι εν λόγω επενδύσεις υλοποιήθηκαν με το κεφάλιο που προσκόμισε ο επενδυτής ΕΝΙ και την επιχορήγηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ότι το δίκτυο, αμέσως μετά την κατασκευή του, μεταβιβάστηκε δωρεάν στην ΕΔΑ, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στη σύμβαση των μετόχων και την άδεια.
Για το θέμα της «υψηλής τιμής» του φυσικού αερίου, με απλή σύγκριση των τιμών των ενεργειακών προϊόντων στην Ελλάδα την τελευταία δεκαετία, αντιλαμβάνεται εύκολα κανείς ότι το φυσικό αέριο αποτελεί το πιο φθηνό ενεργειακό μέσο ευρείας χρήσης. Σε συνδυασμό με τα άλλα πλεονεκτήματά του (εύχρηστο, ασφαλές, φιλικό προς το περιβάλλον), η εξέλιξη της τιμής του στη Θεσσαλονίκη και στη Θεσσαλία αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς λόγους για τη ραγδαία διείσδυσή του. Καθ’ όλη τη διάρκεια λειτουργίας τους, η τιμολογιακή πολιτική που εφαρμόστηκε από τις δύο ΕΠΑ, παρείχε στους καταναλωτές φυσικού αερίου εξοικονόμηση μεγαλύτερη του 20% φθάνοντας ακόμη και το 40% στις αρχές του 2008.
Θεωρούμε επομένως άστοχη την παρατήρηση για «ακριβό» φυσικό αέριο, όταν η παρατήρηση αυτή βασίζεται μόνο στις τιμές 2-3 μηνών της προηγούμενης περιόδου θέρμανσης σε διάστημα λειτουργίας 10 ετών, και ιδιαίτερα όταν η χαμηλή τιμή πρέπει να αποτελεί κοινό στόχο για την περαιτέρω διείσδυση του φυσικού αερίου. Η αυξημένη τιμή που παρατηρήθηκε την προηγούμενη χρονιά είναι γνωστό πλέον σε όλους τους πολίτες αλλά και τους φορείς που ασχολούνται με το φυσικό αέριο, ότι ήταν φαινόμενο απολύτως συγκυριακό, αποτέλεσμα «ανωμαλιών» στην εξέλιξη των διεθνών τιμών πετρελαιοειδών, που δεν ήταν δυνατόν να προβλεφθούν, όπως τόνισε και η ανεξάρτητη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας σε σχετική ανακοίνωσή της.
Είναι σαφές ότι η συγκυριακή αυτή αύξηση δεν ακυρώνει σε καμία περίπτωση τα συγκριτικά αποτελέσματα που έως και σήμερα απολαμβάνουν οι καταναλωτές φυσικού αερίου στη Θεσσαλονίκη και στη Θεσσαλία.
Ειδικά για την τιμή αερίου στη βιομηχανική χρήση, σημειώνουμε ότι στις ΕΠΑ Θεσσαλονίκης και ΕΠΑ Θεσσαλίας η μηνιαία τιμή και η τιμολογιακή μεθοδολογία είναι ίδια με αυτή που εφαρμόζεται από τη Δημόσια Επιχείρηση Αερίου (ΔΕΠΑ) στους πελάτες της.
Θα θέλαμε ακόμα να τονίσουμε, ότι από το έτος 2000, όλες οι επενδύσεις της ΕΠΑ Θεσσαλονίκης και ΕΠΑ Θεσσαλίας έχουν γίνει με ίδια κεφάλαια των εταιριών, με οικονομοτεχνικά κριτήρια, διασφαλίζοντας τόσο την απόδοση των επενδύσεων αυτών αλλά και όφελος υπέρ των πολιτών. Δεν υπήρξε σε καμία περίπτωση και για κανένα λόγο τραπεζικός δανεισμός.
Σχετικά με την αναφορά για εξαγορά πέραν του 51% της μετοχικής σύνθεσης των δύο ΕΠΑ από το ελληνικό δημόσιο, τονίζουμε ότι η σημερινή αξία των δύο εταιριών είναι υπερτετραπλάσια αυτής που είχαν το έτος 2000, με βάση την οποία έγινε και η σύστασή τους. Είναι σαφές, ότι στις σύγχρονες αγορές, έναντι αυτής της αξίας, θα μπορούσε το ελληνικό δημόσιο να προτείνει την πλήρη εξαγορά της ΕΠΑ Θεσσαλονίκης και της ΕΠΑ Θεσσαλίας.
Συμφωνούμε απολύτως ότι η περαιτέρω διείσδυση του φυσικού αερίου αποτελεί μοχλό ανάπτυξης για τη χώρα. Το γεγονός αυτό το έχουν αποδείξει περίτρανα οι ΕΠΑ Θεσσαλονίκης και Θεσσαλίας με την αναπτυξιακή τους πορεία τα τελευταία χρόνια, παρέχοντας εργασία σε περισσότερες από 250 οικογένειες. Επιπλέον, παρέχουν δυνατότητες επαγγελματικής ανάπτυξης σε περισσότερους από 2.000 επαγγελματίες του φυσικού αερίου στο νομό Θεσσαλονίκης και στην περιφέρεια Θεσσαλίας, ενώ τα περιβαλλοντικά οφέλη, που σαφώς έχουν αναπτυξιακό χαρακτήρα, είναι ανυπολόγιστα.
Τέλος, θα πρέπει να καταστεί σαφές ότι το management της ΕΠΑ Θεσσαλονίκης και ΕΠΑ Θεσσαλίας, δεν είναι «ξένοι κερδοσκόποι», που με «λεόντειες συμβάσεις επιβαρύνουν το ελληνικό δημόσιο». Υπογραμμίζουμε ότι τα μερίσματα που έχουν διανεμηθεί στους μετόχους από τις δύο ΕΠΑ τα τελευταία χρόνια, ανήλθαν σε 68,4 εκ. ευρώ. Το ποσό αυτό κατά 51% αποτελεί καθαρό κέρδος για το ελληνικό δημόσιο, ενώ το υπόλοιπο 49% που ανήκει στον ξένο επενδυτή συνεισφέρει στη μερική ακόμη απόσβεση της τεράστιας επένδυσης που πραγματοποιήθηκε το έτος 2000, χρησιμοποιώντας όπως προαναφέρθηκε μόνον ίδια κεφάλαια και όχι προσφεύγοντας σε τραπεζικό δανεισμό. Οπότε προκαλεί τουλάχιστον απορία η παρατήρηση για επιβάρυνση ή ζημία του ελληνικού δημοσίου από τη λειτουργία των δύο ΕΠΑ Θεσσαλονίκης και Θεσσαλίας.
Στη διάθεσή σας
Λεωνίδας Μπακούρας
Διευθυντής εμπορικών δραστηριοτήτων
ΕΠΑ Θεσσαλονίκης και ΕΠΑ Θεσσαλίας ΑΕ»