Αρχική » Αφιερώματα » Ηλεκτρονικοί κυκλοφορητές » Ηλεκτρονικοί κυκλοφορητές

Ηλεκτρονικοί κυκλοφορητές

Οι ιστορικοί για να καταγράψουν κάποια εποχή αναφέρονται στις πηγές, δηλαδή σε συγγραφείς που έζησαν την περίοδο με την οποία ασχολούνται. Δυστυχώς για μένα έφθασα σε μια ηλικία που αποτελώ πλέον μια «πηγή» τουλάχιστον για το θέμα που κάνουμε αναφορά σήμερα.
Υπηρετούσα στο «Βασιλικό Ναυτικό», είχα ήδη υπηρετήσει για 14 μήνες στην Σούδα, όταν μετατέθηκα στο ΓΕΝ, στην πλατεία Κλαυθμώνος. Εκείνη, την χρυσή πραγματικά για τους μηχανικούς περίοδο, βρήκα αμέσως μια τρίωρη απογευματινή εργασία. Πρώτη μου δουλειά μια μελέτη θέρμανσης μιας μονοκατοικίας γύρω στα 200 m2. Η κυκλοφορία του θερμού νερού θα ήταν φυσική, χωρίς καν κυκλοφορητή. Η πλειοψηφία των αναγνωστών μας ούτε καν φαντάζεται ότι εκείνη την εποχή υπήρχαν διακόπτες θερμαντικών σωμάτων διαμέτρου ακόμη και 1 1/4″. Γιατί; Απλούστατα, η φυσική κυκλοφορία του νερού, η διαφορά δηλαδή του ειδικού βάρους του «ζεστού» νερού όπως βγαίνει από τον λέβητα με του κρύου «νερού», του νερού δηλαδή εξόδου από τα θερμαντικά σώματα, 10 – 20°C χαμηλότερης, δεν επιτρέπει ταχύτητες ροής ούτε καν ίσες με 10 cm/sec. Έτσι, δεν είμαι βέβαιος, η διάμετρος παροχής του λέβητα ίσως να ήταν και πάνω από 2-2½’’.
Η δεύτερη δουλειά που ασχολήθηκα ήταν μια προμέτρηση στις εγκαταστάσεις του Γενικού Νοσοκομείου Καστοριάς. Εκεί ο «στραβόγιαννος» (έκφραση του Ναυτικού) νεαρός μηχανικός διαπίστωνε στην πράξη ότι οι διάμετροι προσαγωγής – επιστροφής ενός νοσοκομείου στην παγωμένη Καστοριά ήταν περίπου ίδιες με αυτές της μονοκατοικίας στην Αθήνα και αυτό χάρις σε έναν ελαιολίπαντο κυκλοφορητή. Μείωση κόστους κατασκευής πάνω από 70%.
Έκτοτε, έζησα όλες τις εξελίξεις των κυκλοφορητών. Την κατασκευή π.χ. των πρώτων υδρολίπαντων κυκλοφορητών, με μικρορύθμιση της παροχής τους μέσω υδραυλικού by pass.
Τι πρόσφεραν οι κυκλοφορητές αυτοί; Πρόσφεραν μικρό κόστος κάτω από το 50% των ελαιολίπαντων. Και όχι μόνον. Μηδενικό, σχεδόν, κόστος ετήσιας συντήρησης (σε σχέση πάντα με τους ελαιολίπαντους). Και επί πλέον μια ποικιλία υψηλής πίεσης. Οι ελαιολίπαντοι είχαν κατασκευαστεί ξεκινώντας από την φυσική ροή αυξάνοντας την ταχύτητα ροής στο τετραπλάσιο περίπου και της αντίστασης στη ροή στο εικοσαπλάσιο. Γρήγορα αυτό απεδείχθη ανεπαρκές. Ή για να γίνω πιο σαφής, η βιομηχανία άρχισε να προσφέρει κυκλοφορητές υψηλότερης πίεσης που κάλυπταν συγκεκριμένες ανάγκες με πολύ χαμηλό κόστος.
Οι πρώτες κατασκευές ήταν από σχεδιαστικής πλευράς, «τέλειες». Με καμπύλες επιφάνειες στην αναρρόφηση και στον σαλίγκαρο κατάθλιψης που να μηδενίζουν σχεδόν τους στροβιλισμούς μέσα στην αντλία. Ζούσαμε, όμως, μια περίοδο μικρού σχετικά κόστους ενέργειας και ελάχιστοι έδιναν σημασία στην κατανάλωση του κυκλοφορητή. Όταν λοιπόν κάποιοι κατασκευαστές απλοποίησαν την κατασκευή του κελύφους του κυκλοφορητή, άλλαξαν το μαντέμι από το οποίο κατασκευαζόταν με αλουμίνιο και μείωσαν το κόστος αλλά και το μέγεθος και βάρος του κυκλοφορητή στο 50% περίπου, κατάφεραν να μονοπωλήσουν ή πιο σωστά να ολιγοπωλήσουν την αγορά. Οι οπισθοφύλακες των ελαιολίπαντων κυκλοφορητών ήταν κάποιοι Αμερικανοί κατασκευαστές που και αυτοί κάποτε ακολούθησαν την Ευρώπη στην υδρολίπαντη κατασκευή, αλλά τόσο καθυστερημένα που έχουν πλέον εξαφανιστεί.
Ο σχεδιασμός όμως της θέρμανσης παρουσίαζε μια εξέλιξη. Κυρίως, βέβαια, επικρατούσε το μονοσωλήνιο σε σχέση με το δισωλήνιο σύστημα. Το κόστος της ενέργειας αυξάνεται συνεχώς κάθε χρόνο. Η λειτουργία της θέρμανσης σε κτίρια πολλών διαμερισμάτων γίνεται σε άλλες περιόδους χρονικές για κάθε διαμέρισμα, ανάλογα με τη χρήση του. Χαρακτηριστικά, ένα γραφείο δεν θερμαίνεται το Σαββατοκύριακο, ενώ μια κατοικία χρειάζεται περισσότερη θέρμανση το Σαββατοκύριακο. Αλλά και σε μεγάλα ενιαία κτίρια στα πλαίσια της εξοικονόμησης τα χωρίζουμε σε ζώνες και ανάλογα με την διεύθυνση και την ισχύ του ανέμου, την ύπαρξη και την θέση του ήλιου (συννεφιά ή όχι) κατευθύνουμε τις μεγάλες παροχές σε κάποιους χώρους και τις μικρές σε άλλους. Υπήρξε η ανάγκη διατήρησης της διαφορικής πίεσης (παροχής – επιστροφής) σταθερής ανεξάρτητα από την κατανάλωση. Στις κορυφές των στηλών, από τις οποίες με τις βάνες αυτονομίας ζεσταινόντουσαν οι διάφοροι χώροι, αναγκαζόμασταν να βάζουμε βαλβίδες διαφορικής πίεσης που να κάνουν by pass παροχής – επιστροφής όταν η κατανάλωση μειωνόταν.
Δεν μπορούσαν βέβαια οι κατασκευαστές αντλιών να μην αντιμετωπίσουν το πρόβλημα. Έγιναν, έτσι λοιπόν, οι πρώτοι κυκλοφορητές με ηλεκτρονική αυτόματη ρύθμιση των στροφών ανάλογα με την κατανάλωση ώστε η διαφορική πίεση να μένει σταθερή. Αυτό αύξησε βέβαια, το κόστος του κυκλοφορητή αλλά μείωσε αντίστοιχα το κόστος κατασκευής του δικτύου και έλυσε πολλά προβλήματα. Το κόστος όμως της ενέργειας συνεχίζεται να αυξάνεται. Θα μας πει κάποιος: Αν για να ζεστάνεις ένα κτίριο χρειάζεσαι π.χ. 200 Kw, τα 100w του κυκλοφορητή σε νοιάζουν; Και όμως χρόνια μας βομβαρδίζουν με μηνύματα να κλείνουμε το βράδυ το stand – by των ηλεκτρονικών συσκευών (τηλεοράσεων κλπ), ισχύος πολύ πιο κάτω και από 1w μόνον. Η προσπάθεια μείωσης της κατανάλωσης ενέργειας γίνεται σε όλους τους τομείς. Ένα σημερινό θηριώδες τζιπ των 2.000 – 3.000 cm3 καταναλίσκει λιγότερη βενζίνη ανά χιλιόμετρο από ότι το θρυλικό σκαθάρι της VW με τα 1.200 cm3.
Άρχισαν λοιπόν οι προσπάθειες τα 100w του κυκλοφορητή να γίνουν 50 ή 40 ή 30w. Τελευταία πρόταση είναι η Οδηγία Οικολογικού Σχεδιασμού ErP στην οποία έσπευσαν να συμμορφωθούν οι μεγάλοι κατασκευαστές. Η σχετική αύξηση του κόστους στην Ευρώπη θα αποσβεσθεί σχετικά γρήγορα, αφού ένας κυκλοφορητής λειτουργεί 10 ή 11 μήνες το χρόνο για 24 ώρες. Στην Ελλάδα η απόσβεση θα διαρκέσει 2 ή 3 χρόνια. Θα υπάρχει πάντως οικονομία. Και να μην μας αρέσει, άλλωστε σύντομα δεν θα βρίσκουμε κυκλοφορητή «κακής» ποιότητας.