Αρχική » Περιεχόμενα » Ειδήσεις » «Η ασφάλιση στο ΙΚΑ των συγγενικών προσώπων είναι υποχρεωτική αλλά όχι αυτοδίκαια»

«Η ασφάλιση στο ΙΚΑ των συγγενικών προσώπων είναι υποχρεωτική αλλά όχι αυτοδίκαια»

Η εγκύκλιος 93 του Ιδρύματος επί του θέματος
Η ασφάλιση των ΙΚΑ των συγγενικών τους προσώπων (α’ και β’ βαθμού) στις επιχειρήσεις τους, είναι ένα θέμα που τίθεται συχνά – πυκνά στις περιφερειακές συσκέψεις των συνδέσμων, υπό μορφή ερωτήσεων από τους συναδέλφους.
Προς ενημέρωσή τους, δημοσιεύουμε τη σχετική εγκύκλιο του ΙΚΑ, και σε συνέχεια της εφαρμογής του σχετικού νόμου για το θέμα, με την οποία δίνονται αρκετές διευκρινίσεις. Η εγκύκλιος με αριθμό 93, εστάλη από τη Γενική Διεύθυνση Ασφαλιστικών Υπηρεσιών του ΙΚΑ προς όλα τα υποκαταστήματα του οργανισμού, για την ενιαία αντιμετώπιση του ζητήματος.
Παράλληλα, μέσω της εγκυκλίου δίνονται διευκρινίσεις και για θέματα ασφάλισης μαθητών σχολών μαθητείας του ΟΑΕΔ. Η εγκύκλιος έχει ως εξής:

«Συμπληρωματικές οδηγίες για την ασφάλιση των προσώπων που απασχολούνται σε εργοδότες, με τους οποίους είναι σύζυγοι ή συγγενείς α’ και β’ βαθμού συγγένειας
ΣΧΕΤ.: α) Η εγκύκλιος 23/1989
β) Το γενικό έγγραφο Α24/374/31-7-90
Με τις διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 1 του Ν. 1759/88 (ΦΕΚ 50/18.3.88 Α) και της με αριθμ. Φ21/3288/20.12.88 απόφασης του υπουργού Υγείας, Πρόνοιας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, προβλέπεται η ασφάλιση των προσώπων που απασχολούνται σε εργοδότες, με τους οποίους είναι σύζυγοι ή συγγενείς μέχρι και δευτέρου βαθμού συγγένειας (ανεξάρτητα από το αν αποτελούν χωριστή οικογένεια ή όχι).
Οι παραπάνω διατάξεις κοινοποιήθηκαν με την εγκ. 23/1989.
Με την εγκύκλιο αυτή, όπως ήταν φυσικό, δεν ήταν δυνατό να ρυθμιστούν με λεπτομέρεια όλα τα προβλήματα που προέκυψαν στη συνέχεια από την εφαρμογή των διατάξεων με αποτέλεσμα να υπάρχουν πολλά ερωτήματα, τόσο από τις υπηρεσίες μας, όσο και από τους ίδιους τους ενδιαφερόμενους.
Σε απάντηση όλων αυτών των ερωτημάτων, σας στέλνουμε την παρούσα εγκύκλιο για την ενιαία αντιμετώπιση από όλα τα υποκαταστήματά μας.
Α. Έναρξη και λήξη της ασφαλιστικής σχέσης
Όπως είναι γνωστό, η θέσπιση των διατάξεων του άρθρου 1 παρ. 1 του Ν. 1759/88 έγινε ακριβώς επειδή η έρευνα περί της συνδρομής των γενικών προϋποθέσεων υπαγωγής στην ασφάλιση (άρθρ. 2 παρ. 1 του ΑΝ 1846/51), ήταν ιδιαίτερα δύσκολη, όσον αφορά πρόσωπα που απασχολούνται σε εργοδότες με τους οποίους είναι σύζυγοι ή συγγενείς μέχρι και β’ βαθμού συγγένειας.
Οι διατάξεις αυτές, καθώς και ο Κανονισμός Ασφάλισης που εκδόθηκε στη συνέχεια, παρουσιάζουν ουσιαστικές διαφορές από τις γενικές διατάξεις υπαγωγής.
Η πλέον ουσιώδης διαφορά είναι, ότι η ασφάλιση των προσώπων αυτών είναι υποχρεωτική όχι όμως και αυτοδίκαια.
Αυτό σημαίνει ότι, για να αρχίσει και να τελειώσει η ασφαλιστική σχέση των προσώπων αυτών, θα πρέπει να αναγγελθεί έγγραφα στο Ίδρυμα η έναρξη και η διακοπή της απασχόλησης από το απασχολούμενο πρόσωπο ή από τον αποδέκτη των υπηρεσιών του.
Προϋπόθεση βέβαια της έναρξης ή της διακοπής είναι η διαπίστωση της έγγραφα αναγγελθείσας απασχολήσης ή διακοπής από τα όργανα του Ιδρύματος.
Η διάταξη αυτή του Κανονισμού προσδιόρισε ακριβώς τον τύπο που θα έπρεπε να έχει η αναγγελία στο Ίδρυμα, να είναι δηλαδή έγγραφη. Έτσι, οι υπηρεσίες μας ζητούσαν υπεύθυνη δήλωση από τον εργοδότη.
Υπήρξαν όμως πολλές περιπτώσεις, κατά τις οποίες δεν τηρήθηκε ο παραπάνω τύπος αναγγελίας της απασχόλησης και οι εργοδότες προχώρησαν στην ασφάλιση με βάση τις κοινές διατάξεις της νομοθεσίας μας (χωρίς αναγγελία).
Η ασφάλιση αυτή ήταν παράνομη και, σύμφωνα με τις οδηγίες της υπηρεσίας μας, έπρεπε να ακυρώνεται.
Αποτέλεσμα της θέσης αυτής, ήταν πολλές φορές να ακυρώνεται ασφάλιση για πολύ μεγάλα χρονικά διαστήματα, με όλα όσα συνεπάγεται η ακύρωση, αφού ήδη ορισμένοι είχαν κάνει χρήση της ασφάλισης για λήψη παροχών, ή σε άλλες περιπτώσεις οι υπηρεσίες μας αδυνατούσαν να επιστρέψουν τις αχρεώστητα καταβληθείσες εισφορές, λόγω παραγραφής και, οπωσδήποτε, είχαμε τις έντονες διαμαρτυρίες των ενδιαφερομένων.
Για να αντιμετωπιστεί η διαμορφωθείσα κατάσταση, η Υπηρεσία μας θεωρεί σκόπιμο να συμπληρωθεί η διάταξη αυτή του Κανονισμού, ώστε στις περιπτώσεις που, έχει χωρήσει ασφάλιση και δεν έχουμε έγγραφη αναγγελία στο ΙΚΑ, να ερευνώνται και κάποια άλλα στοιχεία της απασχόλησης ή της ασφάλισης, έτσι ώστε να μην ακυρώνεται η χωρήσασα ασφάλιση στις περιπτώσεις που υπάρχουν οι προϋποθέσεις όπως αναλύονται παρακάτω:
Έναρξη:
Όπως είναι γνωστό η αναγγελία πρόσληψης μισθωτού στον ΟΑΕΔ, ως διαδικασία πρόσληψης είναι σε όλους γνωστή (εργοδότες – εργαζόμενους). Στις περισσότερες περιπτώσεις ασφάλισης συγγενικών προσώπων χωρίς αναγγελία της απασχόλησης στο Ίδρυμα, οι ενδιαφερόμενοι επικαλούνται ότι η αναγγελία έχει γίνει στον ΟΑΕΔ και ότι αυτή αποτελεί όχι μόνο δήλωση της βούλησής τους για απασχόληση αλλά και δήλωση ασφάλισης στο Ίδρυμα.
Θεωρούμε, ότι το Ίδρυμα πρέπει να αναθεωρήσει τη θέση του και, από τη λήψη της παρούσας, εάν δεν υπάρχει έγγραφη αναγγελία στο Ίδρυμα, αλλά προσκομίζεται αναγγελία πρόσληψης μισθωτού στον ΟΑΕΔ, ως ημερομηνία αναγγελίας για την έναρξη της ασφάλισης, θα λαμβάνεται η ημερομηνία αναγγελίας στον ΟΑΕΔ.
Ακόμα, στις περιπτώσεις εκείνες που δεν υπάρχει αναγγελία στο ΙΚΑ, ούτε αναγγελία στον ΟΑΕΔ, έχει όμως χωρήσει ασφάλιση με καταβολή των εισφορών στο ΙΚΑ ή στις τράπεζες με αγορά ενσήμων, ή με άλλο τρόπο θα λαμβάνεται ως ημερομηνία αναγγελίας η επομένη της καταβολής των εισφορών.
Και τούτο γιατί, με την καταβολή των εισφορών και, συνεπώς, με την έναρξη της ασφάλισης, ο εργοδότης έμμεσα γνωστοποιεί στο ΙΚΑ την απασχόληση του μισθωτού.
Κατά συνέπεια, η ασφάλιση που έχει χωρήσει μέχρι αυτή την ημερομηνία, θα πρέπει να ακυρώνεται με το αιτιολογικό της έλλειψης αναγγελίας της απασχόλησης (π.χ. την 31.7.96 έχουν αγοραστεί ένσημα για απασχόληση συγγενικού προσώπου κατά το μήνα Ιούνιο σε οικογενειακή επιχείρηση, χωρίς να έχει γίνει η αναγγελία της απασχόλησης ούτε στο ΙΚΑ ούτε στον ΟΑΕΔ). Ως ημερομηνία αναγγελίας, θα θεωρείται η 1.8.96 και, η ασφάλιση που έχει χωρήσει από 1.6.96 μέχρι 31.7.96 θα πρέπει να ακυρώνεται.
Επισημαίνεται και πάλι, ότι οι τρεις τρόποι αναγγελίας θα ερευνώνται με τη σειρά που προαναφέρονται και όχι επιλεκτικά. Δηλαδή: αναγγελία στο ΙΚΑ, εάν δεν υπάρχει αυτή αναγγελία στον ΟΑΕΔ και, εάν δεν υπάρχει και αυτή, η αγορά ενσήμων – καταβολή εισφορών.
Διακοπή: Διακοπή της ασφάλισης των συγκεκριμένων προσώπων γίνεται, επίσης, με την έγγραφη αναγγελία διακοπής της απασχόλησης στο Ίδρυμα. Ακόμα, διακοπή της ασφάλισης μπορούμε να έχουμε και με τη διαπίστωση της διακοπής της απασχόλησης από τα όργανα του Ιδρύματος, οπότε δεν είναι απαραίτητο να υπάρχει και έγγραφη αναγγελία της διακοπής.
Εφαρμόζοντας τα παραπάνω, οι υπηρεσίες του Ιδρύματος σε όσες περιπτώσεις δεν υπήρχε αναγγελία διακοπής της απασχόλησης, παρότι υπήρχε διακοπή αγοράς ενσήμων, συνέχιζαν την ασφάλιση με ΠΕΕ, μέχρι την ημερομηνία που καθ’ οιονδήποτε τρόπο περιέρχονταν σε γνώση τους ότι διακόπηκε η απασχόληση.
Με τον τρόπο αυτό, όμως, σε πάρα πολλές περιπτώσεις, είχαμε ασφάλιση χωρίς παροχή εργασίας και μάλιστα για μεγάλα χρονικά διαστήματα.
Για να αποφεύγονται τέτοιες ακραίες περιπτώσεις, η υπηρεσία μας θεωρεί ότι η διακοπή αγοράς ενσήμων από τον εργοδότη, θα πρέπει να λαμβάνεται ως αναγγελία διακοπής της απασχόλησης με την έννοια ότι -όπως και για την έναρξη έγινε δεκτό- με τη διακοπή της καταβολής των εισφορών ο εργοδότης έμμεσα γνωστοποιεί στο ΙΚΑ τη διακοπή της απασχόλησης του συγγενικού προσώπου.
Επειδή όμως, η διακοπή της καταβολής των εισφορών δεν είναι απαραίτητο πάντα να σημαίνει και διακοπή της απασχόλησης του συγγενικού προσώπου αλλά οικονομική αδυναμία, κρίνουμε σκόπιμο, στις περιπτώσεις εκείνες που ο εργοδότης επικαλείται διακοπή της απασχόλησης, ισχυριζόμενος ότι αυτό  προκύπτει από τη διακοπή της αγοράς των ενσήμων, από την υπηρεσία μας η διακοπή της ασφάλισης να γίνεται μετά την πάροδο ευλόγου χρόνου, και σαν τέτοιο θεωρούμε το τρίμηνο από τη διακοπή της καταβολής των εισφορών.
Έτσι, στις περιπτώσεις αυτές, ως ημερομηνία αναγγελίας της διακοπής της απασχόλησης, επομένως και της ασφάλισης, θα λαμβάνεται η επομένη της συμπλήρωσης τριών μηνών (εύλογο χρονικό διάστημα) από τη διακοπή της αγοράς ενσήμων.
Εάν για παράδειγμα, έχουν αγοραστεί ένσημα για απασχόληση μέχρι 30.6.96 και δεν έχει γίνει έγγραφη αναγγελία διακοπής στο Ίδρυμα, ως ημερομηνία διακοπής της ασφάλισης θα λαμβάνεται η επομένη της συμπλήρωσης τριών μηνών από τη διακοπή της αγοράς ενσήμων, δηλαδή η 1.10.1996.
Επομένως, κατά τον έλεγχο τα όργανα του Ιδρύματος θα πρέπει στις περιπτώσεις αυτές να καταλογίσουν εισφορές μέχρι την ημερομηνία αυτή. Ως αναγγελία βέβαια θα λαμβάνεται και η διακοπή λειτουργίας της επιχείρησης. Αυτό συμβαίνει κυρίως σε εποχιακές επιχειρήσεις π.χ. ξενοδοχεία. Στις περιπτώσεις αυτές, η ασφάλιση θα γίνεται μέχρι την ημερομηνία διακοπής της λειτουργίας της επιχείρησης, οπότε για την επόμενη εποχιακή απασχόληση θα απαιτείται και νέα αναγγελία απασχόλησης.
Σύμφωνα με το περιεχόμενο του εγγράφου μας αυτού θα πρέπει να αντιμετωπιστούν όλες  οι περιπτώσεις που βρίσκονται σε εκκρεμότητα, λόγω της έλλειψης αναγγελίας της απασχόλησης.
Περιπτώσεις όμως που ήδη έχουν κριθεί σύμφωνα με τα ισχύονται μέχρι σήμερα, οι υπηρεσίες μας θα επανέρχονται μόνο μετά από αίτηση των ενδιαφερομένων, ακολουθώντας την κατωτέρω διαδικασία:
α) Εάν έχει ακυρωθεί η ασφάλιση και έχουν επιστραφεί οι εισφορές, θα συντάσσεται ΠΕΕ, στην αιτιολογία της οποίας θα αναγράφεται «ασφάλιση συγγενικού προσώπου, σύμφωνα με το άρθρο 1 παρ. 1 του Ν. 1759/88 (σχετ. εγκ. 93/96).
Στην περίπτωση αυτή, οι εισφορές καταβάλλονται εφάπαξ και θεωρούνται εμπρόθεσμες εάν καταβληθούν μέχρι το τέλος του μεθεπόμενου μήνα της κοινοποίησης της ΠΕΕ.
Με τη λήξη της παραπάνω προθεσμίας, θα καταλογίζονται πρόσθετα τέλη κατά τα γνωστά.
Για το λόγο αυτό, στο χρηματικό κατάλογο πρέπει να γίνει ειδική σημείωση για την ημερομηνία έναρξης του υπολογισμού των προσθέτων τελών (π.χ. εάν η ΠΕΕ παρελήφθη στις 20.10.96 θα αναγραφεί ότι τα πρόσθετα τέλη υπολογίζονται  από 1.1.1997).
Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τον κανονισμό οι ημέρες ασφάλισης αναγνωρίζονται μετά την εξόφληση της ΠΕΕ.
β) Εάν έχει ακυρωθεί η ασφάλιση, πλην όμως δεν έχουν επιστραφεί οι εισφορές (π.χ. λόγω παραγραφής), θα εκδίδεται απόφαση αναγνώρισης των ημερών εργασίας, η οποία θα διαβιβάζεται στο τμήμα Μητρώου για σύνταξη ΚΑΗΕ.
Όπως αναφέρεται και στην αρχή της εγκυκλίου 23/89, υπήρχαν περιπτώσεις κατά τις οποίες και πριν την ισχύ του Ν. 1759/88 είχαν ασφαλιστεί κάποια συγγενικά πρόσωπα, μετά από έρευνα των πραγματικών στοιχείων της  απασχόλησης με βάση τις κοινές διατάξεις υπαγωγής (άρθρο 2 παρ. 1 του Α.Ν. 1846/51).
Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, δεν απαιτείται αναγγελία απασχόλησης μετά την ισχύ του Ν. 1759/88. Θα πρέπει όμως οπωσδήποτε μετά το νόμο να γίνει τροποποίηση του ασφαλίστρου (μείωση ως προς τους κλάδους των συνεισπραττομένων).
Ακόμα δεν απαιτείται αναγγελία στις περιπτώσεις εκείνες που παρέχεται εργασία από τον ή την σύζυγο σε οικογενειακή επιχείρηση, όταν η σύμβαση εργασίας προϋπήρξε του γάμου.
Μετά το γάμο όμως θα πρέπει να γίνει τροποποίηση του ασφαλίστρου όπως και παραπάνω.
Έχει περιέλθει σε γνώση της υπηρεσίας μας, ότι πολλά υποκαταστήματα, όταν πρόκειται για απασχόληση συγγενικών προσώπων που αποτελούν χωριστές οικογένειες, εφαρμόζουν τις γενικές διατάξεις της νομοθεσίας μας (άρθρο 2 παρ. 1 του Α.Ν. 1846/51).
Επισημαίνουμε και πάλι ότι μετά την ισχύ του Ν. 1759/88, για την ασφάλιση προσώπων που απασχολούνται σε εργοδότες με τους οποίους είναι σύζυγοι ή συγγενείς μέχρι και β’ βαθμού συγγένειας, εφαρμόζονται υποχρεωτικά οι διατάξεις του παραπάνω νόμου, καθώς και αυτές του κανονισμού ασφάλισης που εκδόθηκε κατ’ εξουσιοδότησή του. Και τούτο, γιατί ο νόμος αναφέρεται μόνο στους βαθμούς συγγένειας που  ήθελε να καλύψει και δεν γίνεται καθόλου λόγος για το αν πρόκειται για χωριστές οικογένειες ή όχι.
Β. Υπολογισμός εισφορών
Όσον αφορά τις αποδοχές, επί των οποίων υπολογίζονται οι εισφορές, ο κανονισμός προβλέπει ότι θα λαμβάνονται υπόψη αυτές που προβλέπονται από τις ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις  εργασίας για κάθε απασχόληση ή όταν πρόκειται για απασχολούμενους με κυμαινόμενες αποδοχές θα υπολογίζονται επί των τεκμαρτών ημερομισθίων που καθορίζονται από το Δ.Σ. του ΙΚΑ.
Σε καμία όμως περίπτωση, δεν μπορούν να υπολογίζονται οι εισφορές σε ασφαλιστική κλάση κατώτερη από αυτή που αντιστοιχεί το ημερομίσθιο του ανειδίκευτου εργάτη. Από τα παραπάνω προκύπτει, ότι οι αποδοχές επί των οποίων υπολογίζονται οι εισφορές, είναι καθορισμένες, έστω και αν από το νόμο αλλά και τον κανονισμό τίθενται περιορισμοί μόνο ως προς τα κατώτερα όρια.
Για το λόγο αυτό στις περιπτώσεις που είχαμε ασφάλιση επί αποδοχών υψηλοτέρων, των προβλεπομένων κάθε φορά από τις συμβάσεις, η θέση της υπηρεσίας μας ήταν να περιορίζονται στα ποσά των συμβάσεων ή των τεκμαρτών ημερομισθίων.
Ως προς το σημείο αυτό, τροποποιείται η θέση αυτής της υπηρεσίας μας, και στο εξής θα δεχόμαστε και υψηλότερες αποδοχές μόνο όταν αυτές προκύπτουν από επίσημα φορολογικά στοιχεία. Ακόμα θα πρέπει να σας γνωρίσουμε, ότι υπάρχει υποχρέωση καταβολής εισφορών για δώρα εορτών και επιδόματος αδείας, ανεξάρτητα αν αυτά καταβάλλονται ή όχι, αφού στις περιπτώσεις αυτές η ασφάλιση για όλους τους μήνες απασχόλησης γίνεται χωρίς να ερευνάται η ύπαρξη των στοιχείων της πραγματικής αμοιβής.
Γ. Αριθμός ημερών ασφάλισης
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 του Κανονισμού Ασφάλισης των προσώπων που απασχολούνται σε εργοδότες με τους οποίους είναι σύζυγοι ή συγγενείς μέχρι και β’ βαθμού συγγένειας, ανεξάρτητα από τη διάρκεια της πραγματικής απασχόλησης, ο αριθμός των ημερών ασφάλισης κατά μήνα προσδιορίζεται σε 25. Δεν δεχόμασταν δηλαδή, στις περιπτώσεις αυτές ούτε μειωμένη ημερήσια απασχόληση, αλλά ούτε και λιγότερες ημέρες από 25 το μήνα.
Με την παρούσα εγκύκλιο σας γνωρίζουμε, ότι είναι δυνατόν να δεχτούμε και μικρότερο αριθμό ημερών ασφάλισης, μόνο όμως στις περιπτώσεις εκείνες που η κατηγορία των επιχειρήσεων αυτών λειτουργεί, λόγω της φύσης των εργασιών τους ορισμένες ημέρες το μήνα, ενώ τις υπόλοιπες παραμένουν κλειστές (π.χ. κέντρα διασκέδασης, τα οποία αποδεδειγμένα λειτουργούν μόνο τα Σαββατοκύρια).
Δ. Ασφάλιση μαθητών σχολών μαθητείας του ΟΑΕΔ
Θα πρέπει ακόμα να σας υπενθυμίσουμε και το έγγραφό μας Α24/374/31.7.90 σχετικά με την ασφάλιση των μαθητών των σχολών μαθητείας του ΟΑΕΔ που απασχολούνται σε οικογενειακές επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με το έγγραφο αυτό, και ύστερα από αίτημα του ΟΑΕΔ, η υπηρεσία μας δέχτηκε, ότι είναι δυνατό, στις περιπτώσεις απασχόλησης μελών ατομικής οικογενειακής επιχείρησης, να γίνονται δεκτές αποδοχές και κάτω από την ασφαλιστική κλάση, στην οποία αντιστοιχεί το ημερομίσθιο του ανειδίκευτου εργάτη.
Επειδή, μετά την εγκ. 19/96, υπάρχουν πολλά ερωτήματα σχετικά με την ασφάλιση των προσώπων αυτών σας διευκρινίζουμε ότι για τους μαθητές των σχολών μαθητείας του ΟΑΕΔ που απασχολούνται σε εργοδότες με τους οποίους είναι σύζυγοι ή συγγενείς μέχρι και β’ βαθμού συγγένειας, θα εφαρμόζονται παράλληλα όσα αναφέρονται στην ασφάλιση μελών οικογένειας, αλλά και όσα αναφέρονται στην ασφάλιση των μαθητών των σχολών μαθητείας του ΟΑΕΔ.
Δηλαδή, τα πρόσωπα αυτά θα ασφαλίζονται μόνο για τους κλάδους του ΙΚΑ και θα πρέπει να υπάρχει αναγγελία της απασχόλησης κατά τα οριζόμενα παραπάνω.
Παράλληλα, λόγω  του ότι είναι μαθητές των σχολών μαθητείας του ΟΑΕΔ, οι ασφαλιστικές εισφορές θα υπολογίζονται στο ήμισυ του καταβαλλόμενου επιδόματος και οι ημέρες ασφάλισης θα είναι όσες πράγματι απασχολούνται αφού ορισμένες ημέρες το μήνα δεν εργάζονται προκειμένου να παρακολουθούν τη σχολή.
Ε. Πρόσωπα μη υπαγόμενα στον Κανονισμό
Τέλος, σας υπενθυμίζουμε ότι ο Ν. 1759/88 και ο κατ’ εξουσιοδότηση αυτού εκδοθείς κανονισμός ασφάλισης δεν αφορά τους απασχολούμενους σε ανεγειρόμενες ή επισκευαζόμενες οικοδομές που ανήκουν στις συζύγους ή σε συγγενείς α’ βαθμού, όπου θα συνεχίζουν να εφαρμόζονται τα οριζόμενα από τον Κανονισμό Ασφάλισης Οικοδόμων.
Με τις θέσεις αυτές της υπηρεσίας μας που περιέχονται στην παρούσα εγκύκλιο, προωθείται άμεσα η τροποποίηση του σχετικού Κανονισμού Ασφάλισης».