Αρχική » Νέα Συντηρητών Καυστήρων » Ειδήσεις » Χρήση βιομάζας στις κεντρικές θερμάνσεις Αττικής και Θεσσαλονίκης προτείνει η Greenpeace

Χρήση βιομάζας στις κεντρικές θερμάνσεις Αττικής και Θεσσαλονίκης προτείνει η Greenpeace


Ζητά τροποποίηση της υπουργικής απόφασης 103/1993 για τις σταθερές εστίες καύσης

Την άρση των αντικινήτρων που απαγορεύουν την εγκατάσταση σύγχρονων και καθαρών τεχνολογιών βιομάζας σε Αττική και Θεσσαλονίκη ζήτησε η οικολογική οργάνωση Greenpeace κατά τη διάρκεια της παρουσίασης των προτάσεών της για εξοικονόμηση ενέργειας στα κτίρια στις 9 Οκτωβρίου.
Σαν χαρακτηριστικό παράδειγμα των αντικινήτρων για τη χρήση των καθαρών τεχνολογιών βιομάζας αναφέρεται η υπουργική απόφαση 103/1993/Β-369 που αφορά τις σταθερές εστίες καύσης για θέρμανση κτιρίων και νερού.
Στο άρθρο 2, §1 της απόφασης αυτής προβλέπεται ότι: «Στην περιοχή του ηπειρωτικού τμήματος του νομού Αττικής, στη Σαλαμίνα και στο νομό Θεσσαλονίκης εκτός της περιοχής δυτικά του Γαλλικού ποταμού, για τις εγκαταστάσεις θέρμανσης κτιρίων, βιομηχανικών και βιοτεχνικών χώρων, τα μόνα επιτρεπόμενα καύσιμα είναι το ντίζελ θέρμανσης, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά προδιαγραφές, και αέρια καύσιμα».



Οι βασικές επισημάνσεις της Greenpeace είναι:
• Η απόφαση αυτή αποκλείει τα κεντρικά συστήματα θέρμανσης με βιομάζα στις δύο μεγάλες αστικές περιοχές, όπου κατοικεί ο μισός πληθυσμός της χώρας. Η απόφαση αυτή ελήφθη το 1993 λόγω «της ανάγκης μείωσης των εκπομπών ατμοσφαιρικών ρύπων και λήψης των αναγκαίων για το σκοπό αυτό προληπτικών μέτρων».
• Ο αποκλεισμός των εφαρμογών βιομάζας έγινε για περιβαλλοντικούς λόγους, αφού την εποχή εκείνη, τα διαθέσιμα συστήματα βιομάζας χαρακτηρίζονταν από σχετικές υψηλές εκπομπές αιωρουμένων σωματιδίων. Από τότε βέβαια, τα τεχνολογικά δεδομένα έχουν αλλάξει δραστικά και σήμερα πλέον παρέχονται τεχνολογίες αξιοποίησης της βιομάζας με αισθητά μικρότερες εκπομπές, επιβάλλοντας παράλληλα και μία αναθεώρηση του παλαιότερου καθεστώτος που διέπει τις σταθερές εστίες καύσης.
• Είναι σαφές πως η υπουργική απόφαση 103/1993/Β-369 δεν ανταποκρίνεται πια στις ανάγκες των καιρών και πρέπει να αλλάξει. Γι’ αυτό το λόγο προτείνονται τα εξής:
1. Να επιτραπεί η χρήση κεντρικών συστημάτων θέρμανσης κτιρίων και νερού με σύγχρονα συστήματα βιομάζας σε όλη την επικράτεια.
2. Να ισχύσουν στην Ελλάδα τα όσα προβλέπει το ευρωπαϊκό πρότυπο ΕΝ 303-5 για λέβητες θέρμανσης με βιομάζα.
3. Ειδικά για τις προμήθειες του δημοσίου και τις εγκαταστάσεις σε φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, θα μπορούσαν να ισχύσουν αυστηρότερες προδιαγραφές, όπως π.χ. αυτές που προτείνονται κατά περίπτωση για τους οικοσημασμένους λέβητες.
Το παραπάνω θέμα, η χρήση της βιομάζας σε Αττική και Θεσσαλονίκη, αποτελεί ένα μέρος των συνολικών προτάσεων που κατέθεσε η οικολογική οργάνωση που αφορούν τα «κίνητρα για την εφαρμογή μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας στα κτίρια».
Στην εισαγωγή αυτών των προτάσεων αναφέρεται χαρακτηριστικά:
«Ο κτιριακός τομέας (οικιακός και τριτογενής) καταναλώνει το ένα τρίτο περίπου των συνολικών ενεργειακών πόρων στη χώρα, συμβάλλοντας κατά 40% περίπου στις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Περίπου 7,5 εκατ. τόνοι ισοδύναμου πετρελαίου (ΤΙΠ) καταναλώνονται ετησίως στον κτιριακό τομέα για την κάλυψη των αναγκών σε θέρμανση, ψύξη και λειτουργία των απαραίτητων ηλεκτρικών συσκευών. Τα τρία τέταρτα των αναγκών θέρμανσης καλύπτονται με λέβητες πετρελαίου, που προσφέρουν επίσης και το 30% του ζεστού νερού χρήσης στις κατοικίες…

Κοινοτικές οδηγίες

Αναφερόμενη στις μέχρι τώρα αποτυχημένες προσπάθειες στη χώρα μας για την εξοικονόμηση ενέργειας αλλά και στις σχετικές κοινοτικές οδηγίες, η Greenpeace επισημαίνει:
«Οι μέχρι σήμερα προσπάθειες εξοικονόμησης ενέργειας και εξορθολογισμού της ενεργειακής κατανάλωσης, απέτυχαν γιατί δεν υπήρξε ένα σαφές, συνεκτικό και φιλόδοξο πρόγραμμα εξοικονόμησης ενέργειας εστιασμένο στο μεγαλύτερο καταναλωτή, που δεν είναι άλλος από τα κτίρια. Οι δύο σημαντικότερες κοινοτικές οδηγίες, για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων και για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης της τελικής χρήσης και την παροχή υπηρεσιών στον τομέα της ενέργειας, δεν εφαρμόζονται ακόμη στη χώρα μας. Η χώρα μας δεν έχει παρουσιάσει, ως όφειλε, ένα σχέδιο δράσης για την εξοικονόμηση ενέργειας με τουλάχιστον 1% μείωση της ενεργειακής κατανάλωσης ετησίως. Η καθυστέρηση εφαρμογής των οδηγιών αυτών, αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα περιβαλλοντικά ατοπήματα, με συνέπειες που τις πληρώνουμε όλοι άμεσα αλλά και μακροχρόνια.
Η οδηγία για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (οδηγία 2002/91/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 16ης Δεκεμβρίου 2002), απαιτεί τα νέα κτίρια να πληρούν ορισμένες ελάχιστες απαιτήσεις ενεργειακής απόδοσης που θα καθορίσει κάθε κράτος μέλος σύμφωνα με μία κοινή μεθοδολογία.
Τα υπάρχοντα κτίρια άνω των 1.000 τ.μ. τα οποία υποβάλλονται σε μεγάλης έκτασης ανακαίνιση, πρέπει επίσης να πληρούν αυτές τις ελάχιστες απαιτήσεις και όταν κατασκευάζονται, πωλούνται ή μισθώνονται κτίρια, να εκδίδεται πιστοποιητικό επιδόσεων. Σημειώνεται ότι οι υποχρεώσεις της οδηγίας ξεκίνησαν από τις 4-1-2006 και η Ελλάδα είναι ήδη υπόλογη στην Επιτροπή για τη μη εναρμόνιση της εθνικής νομοθεσίας με το κοινοτικό δίκαιο. Η οδηγία αυτή:
• Θέτει τις βάσεις για μια κοινή μεθοδολογία για την αξιολόγηση της ενεργειακής συμπεριφοράς των κτιρίων.
• Θέτει ελάχιστες ενεργειακές απαιτήσεις για τα νέα κτίρια, καθώς και για την ανακατασκευή παλαιών κτιρίων μεγάλης επιφάνειας.
• Ορίζει την υποχρέωση για ενεργειακή σήμανση των κτιρίων με έμφαση στο δημόσιο τομέα.
• Επιβάλλει ελέγχους της απόδοσης των καυστήρων και της θερμομόνωσης των κτιρίων.
• Ενθαρρύνει τη χρήση ηλιακών συστημάτων και άλλων εφαρμογών ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ), καθώς και την προώθηση της συμπαραγωγής και συστημάτων τηλεθέρμανσης – τηλεψύξης».
Η Ευρωπαϊκή Ένωση υιοθέτησε επίσης οδηγία (2006/32 ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 5ης Απριλίου 2006) για την προώθηση της ενεργειακής απόδοσης της τελικής χρήσης και την παροχή υπηρεσιών στον τομέα της ενέργειας. Στόχος είναι να υποστηριχθεί η ευρεία ανάπτυξης της ενεργειακής απόδοσης και οι φορείς παροχής στον τομέα της ενέργειας να μην πωλούν απλώς ενέργεια, αλλά να βοηθούν τους πελάτες τους να βελτιώσουν την ενεργειακή τους απόδοση και τη διαχείριση των ενεργειακών τους αναγκών.
Μακροπρόθεσμα, η οδηγία αυτή θα αλλάξει ριζικά τον τρόπο διάθεσης της ενέργειας στην αγορά, οδηγώντας σε μεγάλη εξοικονόμηση. Εννέα χρόνια μετά την εφαρμογή της οδηγίας τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν εξοικονομήσει το 9% της ενέργειας που παρέχεται στους τελικούς χρήστες. Τα κράτη μέλη έχουν όμως τη δυνατότητα να θεσπίσουν πιο φιλόδοξους στόχους… Το αργότερο δύο έτη μετά την έναρξη ισχύος της οδηγίας τα κράτη μέλη θα πρέπει να έχουν συμμορφωθεί με τις διατάξεις της…
…Η διεθνής εμπειρία από την εφαρμογή μέτρων και κινήτρων για την εξοικονόμηση ενέργειας, δείχνει ότι αυτά θα πρέπει να έχουν βάθος χρόνου (τουλάχιστον πενταετίας) και να μην αποτελούν ευκαιριακές ανακοινώσεις, να είναι ευέλικτα (ανάλογα με τη χρήση και την τεχνολογία), να έχουν υποχρεωτικό ή εθελοντικό χαρακτήρα ανάλογα με την περίσταση και να χρηματοδοτούνται, ει δυνατόν, από τις ενεργειακές εκείνες χρήσεις που σήμερα συμβάλλουν στην επιδείνωση των περιβαλλοντικών προβλημάτων (όπως είναι το πετρέλαιο και ο λιγνίτης)…