Αρχική » Περιεχόμενα » Ειδήσεις » Χαμηλές οι αποδόσεις στο 70% των κεντρικών θερμάνσεων

Χαμηλές οι αποδόσεις στο 70% των κεντρικών θερμάνσεων


Σύμφωνα με έρευνα σε 2.000 πολυκατοικίες και κτίρια στην Αττική που πραγματοποίησε η εταιρία ΕΦΑ ΑΕ

Πολύ χαμηλότερη απόδοση από αυτή που θεωρητικά μπορούν να επιτύχουν, διαπιστώνεται στο 70% των κεντρικών θερμάνσεων στα κτίρια της Αττικής, με τους καταναλωτές να πληρώνουν περισσότερα για θέρμανση, ενώ καταγράφονται και μεγαλύτερες εκπομπές ρύπων στην ατμόσφαιρα. Στο βασικό αυτό συμπέρασμα καταλήγει μεγάλη έρευνα που διεξήγαγε η εταιρία ΕΦΑ Α.Ε. (Τεχνική Εταιρία που δραστηριοποιείται στον τομέα των εφαρμογών φυσικού αερίου) αναφορικά με τα προβλήματα στη λειτουργία των συστημάτων κεντρικής θέρμανσης και τη διείσδυση του φυσικού αερίου στα νοικοκυριά και τους επαγγελματικούς χώρους. Ένα άλλο σημαντικό συμπέρασμα είναι πως στο 80% των κεντρικών θερμάνσεων, κατά τη σύνδεση με το δίκτυο φυσικού αερίου, δεν γίνεται πλήρης αντικατάσταση του συστήματος (καυστήρας – λέβητας – καμινάδα). Οι ιδιοκτήτες περιορίζονται στην αντικατάσταση μόνο του καυστήρα, λόγω ανυπαρξίας οικονομικών κινήτρων ή επιδοτήσεων, με αποτέλεσμα η εγκατάσταση να λειτουργεί αντιοικονομικά και οι καταναλωτές να μην βλέπουν στην πράξη τη διαφορά τιμής πετρελαίου με φυσικό αέριο.
Η έρευνα της ΕΦΑ Α.Ε. πραγματοποιήθηκε το 2006 στην ευρύτερη περιοχή της Αττικής και περιελάμβανε την αξιολόγηση του συστήματος κεντρικής θέρμανσης (απόδοση, περιβαλλοντική επιβάρυνση κ.α.) σε συνολικά 2.000 κτίρια. Από τα κτίρια αυτά, τα 1.330 (ποσοστό δείγματος 66,5%) ήταν πολυκατοικίες, τα 590 (29,5%) μονοκατοικίες και μεμονωμένα διαμερίσματα, ενώ τα 80 (4%) αφορούσαν επαγγελματικούς χώρους (καταστήματα, γραφεία, εστιατόρια, ιεροί ναοί, ξενοδοχεία, εκπαιδευτικά κέντρα).
Το μεγαλύτερο μέρος της έρευνας (57,5% του δείγματος των κτιρίων) έγινε σε περιοχές της Αθήνας (κέντρο, Κυψέλη, Παγκράτι, Πατήσια, Γουδί, Εξάρχεια, Αμπελόκηποι, Βοτανικός, Κολωνάκι, Βύρωνας, Σεπόλια, Ψυρρή, Μεταξουργείο, Καισαριανή κ.α.), στα νότια προάστια (το 25% των κτιρίων της έρευνας), τα βόρεια προάστια (14%), τη δυτική Αττική (το 2%) και την περιοχή του Πειραιά (1,5%). Στα κτίρια που επελέγησαν ως δείγμα για την έρευνα, έγινε αυτοψία στα λεβητοστάσια με στόχο τη συλλογή στοιχείων για τα τεχνικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά τους, ενώ προέκυψαν μια σειρά από ποιοτικά ευρήματα σε σχέση με τη σύνδεση στο δίκτυο φυσικού αερίου.

Τα συμπεράσματα της έρευνας

Η έρευνα της εταιρίας ΕΦΑ Α.Ε. κατέληξε σε δύο κατηγορίες συμπερασμάτων. Πρώτον, όσον αφορά στα τεχνικά χαρακτηριστικά και τα ποσοτικά ευρήματα αναφορικά με την παλαιότητα των λεβητοστασίων, η έρευνα κατέδειξε πως:
• Στο 35% των παλαιών λεβητοστασίων, ο χρησιμοποιούμενος λέβητας είναι ηλικίας μεγαλύτερης των 25 ετών, με αποτέλεσμα την υπερβολικά αυξημένη κατανάλωση καυσίμου (πετρελαίου ή αερίου) και την ατμοσφαιρική ρύπανση.
• Το 70% των κεντρικών θερμάνσεων λειτουργεί με αποδόσεις σημαντικά χαμηλότερες από τη μέγιστη θεωρητική απόδοση που δίδεται από τον κατασκευαστή του εξοπλισμού.
• Σε παρόμοιο ποσοστό (70%) διαπιστώθηκε μείωση της ωφέλιμης ισχύς των λεβήτων, με αποτέλεσμα την ανεπαρκή θέρμανση των διαμερισμάτων των τελευταίων ορόφων.
• Εξαιτίας της ανυπαρξίας οικονομικών κινήτρων ή επιδοτήσεων, αλλά και για γενικότερους οικονομικούς λόγους, σε ποσοστό άνω του 80% των κεντρικών θερμάνσεων (όταν αυτές συνδέονται με το δίκτυο φυσικού αερίου) δεν γίνεται πλήρης αντικατάσταση του συστήματος καυστήρας – λέβητας – καμινάδα, αλλά οι ιδιοκτήτες περιορίζονται στην αντικατάσταση μόνο του καυστήρα. Αποτέλεσμα αυτής της πρακτικής είναι η αναποτελεσματική και αντιοικονομική λειτουργία του λεβητοστασίου σε βάρος των καταναλωτών.
Δεύτερον, όσον αφορά στα ποιοτικά ευρήματα αναφορικά με την απόφαση σύνδεσης με το φυσικό αέριο, τα βασικά συμπεράσματα της έρευνας έχουν ως εξής:
• Υπάρχει αδιαφορία των ιδιοκτητών που εκμεταλλεύονται (ενοικιάζουν) τα διαμερίσματά τους να συναινέσουν σε δαπάνες εκσυγχρονισμού των λεβητοστασίων κι ακόμη περισσότερο στη δαπάνη για αντικατάσταση του λεβητοστασίου.
• Οι ιδιοκτήτες κάτοικοι των διαμερισμάτων δύσκολα πείθονται για την αντικατάσταση του λεβητοστασίου για χρήση με φυσικό αέριο, εξαιτίας του μεγάλου χρόνου απόσβεσης (6 έως 10 χρόνια) της επένδυσης.
• Σημαντικός αριθμός καταναλωτών διστάζει να συνδεθεί με το φυσικό αέριο, εξαιτίας των πολλών γραφειοκρατικών ενεργειών που απαιτούνται, αλλά και της δυσκολίας επιλογής μελετητή, εγκαταστάτη και συσκευών, της δυσκολίας διασφάλισης εγγυήσεων καλής λειτουργίας, της ανεπάρκειας του ενεργοποιημένου δικτύου, της διαφωνίας με την ΕΠΑ για την τελική θέση των μετρητών, του φόβου για την επικινδυνότητα του φυσικού αερίου.
• Η ευαισθητοποίηση των πολιτών για τις εκπομπές των ρύπων που προέρχονται από τη θέρμανση και η δυνατότητα μείωσης τους με τη χρήση φυσικού αερίου, είναι σχεδόν μηδενική.