Αρχική » Περιεχόμενα » Φάκελος φυσικό αέριο » Αστική διανομή φυσικού αερίου Μία αναδρομή στη δεκαετία που πέρασε και μία προσέγγιση της μελλοντικής της πορείας

Αστική διανομή φυσικού αερίου Μία αναδρομή στη δεκαετία που πέρασε και μία προσέγγιση της μελλοντικής της πορείας

terzopoulos

terzopoulosΤου Θεόδωρου Τερζόπουλου, χημικού Μηχανικού – Μηχανικού Αερίου, Διευθυντή ΔΕΠΑ
Είναι, αντικειμενικά, αρκετά δύσκολη ακόμη και μία απλουστευμένη απόπειρα καταγραφής της δεκαετούς πορείας της αστικής διανομής στη χώρα μας. Αυτή η προσπάθεια καθίσταται δυσκολότερη, όταν επιδιώκεται να γίνει εντός των στενών πλαισίων ενός αφιερώματος. Παρά ταύτα, εμείς θα επιδιώξουμε μια προσέγγιση των θεμάτων που αναφέρονται στον τίτλο του άρθρου, πεισμένοι ότι δεν κινδυνεύουμε να κατηγορηθούμε για τυχόν παραλείψεις ή προκαταλήψεις, αφού είναι γνωστός ο σεβασμός και η συνέπεια με την οποία υπηρετούμε αυτή τη δραστηριότητα για πολλά χρόνια.
Η πρώτη, λοιπόν, 10ετία της διανομής του φυσικού αερίου στη χώρα μας, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι χαρακτηρίζεται από μία αντιφατικότητα. Αποτελεί μια χρονική περίοδο η οποία χαρακτηρίζεται από αρκετές επιτυχίες, αλλά ταυτόχρονα από καθυστερήσεις, ανεπάρκειες, δυσκολίες, παλινωδίες.
Η αντιφατικότητα οφείλεται σε διάφορους λόγους, μεταξύ των οποίων είναι η δομή και τα χαρακτηριστικά του οικονομικού και επιχειρηματικού μοντέλου ανάπτυξης που εφαρμόστηκε (ίδρυση και λειτουργία των ΕΠΑ με το συγκεκριμένο τρόπο), οι συνήθειες και η γενικότερη κουλτούρα του καταναλωτικού κοινού, ο βαθμός προετοιμασίας του επιχειρηματικού και του τεχνικού κόσμου να απασχοληθεί με τη νέα δραστηριότητα, οι γενικότερες συνθήκες (οικονομικές, νομοθετικές) που επηρέασαν  και προσδιόρισαν σημαντικά την πορεία και το ποσοστό επιτυχίας κ.ά.
Στις επιτυχίες θα πιστώσουμε ότι:
– Περισσότερες από 300.000 οικογένειες και επαγγελματίες τροφοδοτούνται με φυσικό αέριο.
– Δεν έχει σημειωθεί κανένα σοβαρής κλίμακας ατύχημα, είτε στα δίκτυα πόλης, είτε στο εσωτερικό των κτιρίων.
– Ο μέσος Έλληνας καταναλωτής δεν φοβάται πλέον τη χρήση του φυσικού αερίου.
Στον αντίποδα, μπορούμε να καταλογίσουμε ότι:
– Οι ρυθμοί διείσδυσης στην αγορά, υστερούν σημαντικά σε σχέση με τους αντίστοιχους που επιθυμούσε και προέβλεπε η ΔΕΠΑ, για την επίτευξη των οποίων εκχωρήθηκε, μεταξύ άλλων λόγων, το management των ΕΠΑ σε ξένους έμπειρους στρατηγικούς επενδυτές.
– Η χρήση του φυσικού αερίου στη διανομή, περιορίζεται στη θέρμανση χώρων, με ουσιαστική ανυπαρξία στην παραγωγή ζεστού νερού χρήσης και στο μαγείρεμα, ενώ είναι μηδενική η παρουσία της στην ψύξη χώρων και αμελητέα στην αεριοκίνηση.
– Δεν έχει αποτυπωθεί με σαφήνεια, στα πολυετή επιχειρηματικά σχέδια των ΕΠΑ, η ένταση, το εύρος και το βάθος χρόνου της διείσδυσης, με αποτέλεσμα η διανομή να αντιμετωπίζεται μάλλον ευκαιριακά από τους επαγγελματίες της αγοράς, ενώ για τους ίδιους λόγους δεν έχουν γίνει επενδύσεις και παραμένει ελάχιστη η εθνική προστιθέμενη αξία στον εξοπλισμό και στα υλικά που χρησιμοποιούνται.
Βέβαια, η διανομή συνάντησε και σοβαρές αντικειμενικές δυσκολίες, όπως η πληθώρα των παράνομων ή με πολλές ατασθαλίες λεβητοστασίων, τα εμπόδια που θέτει ο κτιριοδομικός κανονισμός στη μετεγκατάσταση των λεβητοστασίων, στην τοποθέτηση των ατομικών λεβητοστασίων κ.ά.
Τέλος, θα ήταν παράλειψη να μη στιγματιστεί, ως κυρίαρχο αίτιο για την μη επέκταση της διανομής σε νέες γεωγραφικές περιοχές, η κυβερνητική αδιαφορία και ανεπάρκεια που επιδείχθηκε κατά την περίοδο 2004-2009, αφού όχι μόνο δεν επιδίωξαν να ιδρύσουν τις εταιρίες διανομής στις περιοχές της Στ. Ελλάδας, Μακεδονίας και Θράκης, αλλά, με τραγικά λανθασμένη εφαρμογή του Ν.3175/03 από το ΥΠΕΧΩΔΕ, υποχρέωσαν τους πολίτες των καποδιστριακών δήμων, και όχι μόνο των πόλεων, να υποβάλλονται σε δαπάνες για την κατασκευή εσωτερικής εγκατάστασης φυσικού αερίου σε όλες τις νεόδμητες οικοδομές που αναγείρονται εντός των ορίων των δήμων αυτών.
Η έναρξη της δεύτερης δεκαετίας πρέπει να σηματοδοτήσει μια ριζική αλλαγή πλεύσης, αν θέλουμε να ικανοποιηθούν στοιχειωδώς οι προσδοκίες της Πολιτείας, της ΔΕΠΑ, των καταναλωτών και των διαφόρων επαγγελματιών/επιχειρηματιών που δραστηριοποιούνται στο χώρο.
Η αλλαγή πλεύσης θα πρέπει να ξεκινήσει πρωτίστως από τις ΕΠΑ, οι οποίες οφείλουν αφενός να επιτύχουν υψηλούς ρυθμούς διείσδυσης στην αγορά, αφετέρου να διασφαλίσουν μεγάλη διάρκεια σε αυτούς τους ρυθμούς διείσδυσης, χρησιμοποιώντας νέες σύγχρονες επιχειρηματικές μεθόδους, την εμπειρία που προέρχεται από τη χρήση του φυσικού αερίου σε ευρωπαϊκό επίπεδο και αξιοποιώντας κατάλληλα όλες τις πτυχές της υφιστάμενης ευρωπαϊκής νομοθεσίας.
Η Πολιτεία, επίσης, θα πρέπει να βοηθήσει στην ανάκτηση του χαμένου χρόνου, νομοθετώντας με στόχους: την άρση των εμποδίων που δυσχεραίνουν τη διείσδυση (τροποποίηση του κτιριοδομικού κανονισμού, απλοποίηση των διαδικασιών λήψης της απόφασης σύνδεσης, παροχή κινήτρων για την εξοικονόμηση ενέργειας και την μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης με χρήση φυσικού αερίου), την άρση της λανθασμένης εφαρμογής του Ν.3175/03 (γεωγραφικός περιορισμός της ισχύος του), την υιοθέτηση μιας σύγχρονης προσέγγισης της διανομής του φυσικού αερίου ως μέσου για την επίτευξη στόχων ευρύτερης πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής σημασίας (όπως των πολιτικών για μείωση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, αύξηση της απασχόλησης, δημιουργίας νέων επιχειρηματικών ευκαιριών,  μείωσης της ενεργειακής κατανάλωσης στα κτίρια κλπ) και, τέλος, την επανεξέταση του ίδιου του μοντέλου ανάπτυξης της διανομής σε νέες περιοχές. Τέλος, η ΔΕΠΑ, ως βασικός μέτοχος των ΕΠΑ  θα πρέπει να λειτουργήσει όχι μόνον ελεγκτικά (όπως εν πολλοίς λειτούργησε μέχρι σήμερα) αλλά υποστηρικτικά και επικουρικά σε όλες τις πρωτοβουλίες των ΕΠΑ ή/και να επιδιώξει την ανάπτυξη κοινών πρωτοβουλιών που θα στοχεύουν στην βελτίωση της θέσης των ΕΠΑ, στην αύξηση των ρυθμών διείσδυσης και στην επίτευξη όλων εκείνων των στόχων για τους οποίους πριν από 10 χρόνια ξεκίνησε η διανομή του φυσικού αερίου στη χώρα μας.